Η πολιτική τάξη της χώρας είναι έτοιμη ανά πάσα στιγμή να “ανοίξει” ένα ζήτημα, το οποίο δε μπορεί να χειριστεί και ύστερα επιχειρεί να το “κλείσει” μέσα σε ακατάσχετη φλυαρία – εν μέσω της οποίας ουδείς δύναται να αντιληφθεί περί ποιου λόγου η εκάστοτε φασαρία. Συνήθως αυτές οι προστριβές δεν οδηγούν πουθενά, εφόσον στερούνται ουσιαστικού αντικείμενου αντιπαράθεσης, ωστόσο, και αυτό θα πρέπει να τονιστεί, αναδεικνύουν χρόνια ελλείμματα του ελληνικού δημόσιου βίου. Κάτι τέτοιο συνέβη και με την άδεια εξόδου από τη φυλακή του μέλους της τρομοκρατικής οργάνωσης “17 Νοέμβρη” Δημήτρη Κουφοντίνα, ο οποίος έχει καταδικαστεί για διάφορα εγκλήματα, μεταξύ των οποίων και ο φόνος/οι. Και εδώ δεν υπήρχε αντικείμενο ουσιαστικής αντιπαράθεσης, εφόσον επρόκειτο για εφαρμογή του νόμου. Οι όποιες αιτιάσεις για το χαρακτήρα του νόμου θα έπρεπε να είχαν διατυπωθεί όταν αυτός ήλθε προς ψήφιση στη Βουλή ή όταν τροποποιούνταν μεμονωμένες διατάξεις του.
Έτσι ένας δολοφόνος, ο οποίος συνεχίζει να θεωρεί τους φόνους που διέπραξε πολιτικές πράξεις, διεκδίκησε το νόμιμο δικαίωμά του να λάβει ολιγοήμερη άδεια και να εξέλθει από τη φυλακή. Και η άδεια δόθηκε. Νομίμως. Αμέσως προέκυψε “πολιτικό” πρόβλημα και άρχισαν οι αντιπαραθέσεις στην Βουλή των Ελλήνων και στους θαλάμους των ραδιοτηλεοπτικών μέσων. Και θα ακολουθήσει η σχετική αρθρογραφία στον τύπο και στο Διαδίκτυο.
Ένα από τα επιχειρήματα εναντίον του “εξοδούχου” δολοφόνου είναι ότι αυτός δεν έχει μετανοήσει για όσα άνομα και καταδικαστέα διέπραξε. Και δε θα μετανοήσει, συμπληρώνω εγώ. Μέσα στον παραλογισμό της μεταφυσικής υποκρισίας, δηλαδή της πεποίθησης ότι δρα στο πλαίσιο των αναγκών μιας κάποιας αόριστης ιστορικής κίνησης προς έναν σκοπό, είναι φυσικό ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος θα βλέπει πάντοτε συνάφειες εκεί όπου δεν υπάρχουν. Υπό αυτή την έννοια είναι ένας βλάκας. Ένας ανθρωπάκος, ο οποίος εγκλωβίστηκε στη δίνη μιας εποχής, και δολοφονούσε με απερισκεψία και με ευκολία λόγω βλακείας. Ένα θύμα, το οποίο αντλούσε “νόημα” στη ζωή του, ανακαλύπτοντας συνάφειες εκεί που δεν υπήρχαν, φυσικώς με ολέθρια αποτελέσματα για τους συνανθρώπους του. Και η βλακεία αυτή ενισχυόταν από την αδιαφορία και τη χαιρεκακία μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας, η οποία ενίσχυε στους βλάκες και στα εφηβικά αντανακλαστικά τους την πεποίθηση ότι εκπληρώνουν κάποια “μεταφυσική” αποστολή στην ιστορία του τόπου και, ακόμη χειρότερα, στην γενικότερη απελευθέρωση του ανθρώπου από τα δεσμά της καπιταλιστικής βίας. Τέτοιου είδους βλάκες σχεδόν ποτέ δεν αναθεωρούν απόψεις και πολύ σπάνια μετανοούν για πράξεις: τους λείπει το ανάλογο πνευματικό θάρρος. Ο βλάκας κινείται μέσα στην ασφάλεια του “κελύφους” του και δύσκολα θα το εγκαταλείψει: κατά βάθος είναι δειλός και δε μπορεί να αναμετρηθεί με τις συνέπειες των λόγων και των πράξεών του. Ένα θύμα είναι και αυτός, ένα αξιολύπητο άτομο θρεμμένο μέσα στα σκοτάδια της ημιμάθειας μιας εποχής και εγκλωβισμένο στην ανασφάλειά του.
Αυτόν, λοιπόν, τον αξιολύπητο ανθρωπάκο, ο οποίος αιτήθηκε με όλους τους τύπους άδεια εξόδου από τους θεσμούς του “συστήματος” ο περίγυρος της οικογένειας Μητσοτάκη μετέτρεψε με τη στάση του σε πολιτικό συνομιλητή της ελληνικής δημοκρατίας: κατέστησε τον έγκλειστο δολοφόνο ιδιότυπο πολιτικό παράγοντα του τόπου. Για τη δική μου εκτίμηση των πραγμάτων είναι εντελώς αδιάφορες οι προσωπικές απόψεις ενός δήθεν “αμετανόητου”, διότι με την αίτησή του και την αποδοχή της αποδοχή της παραδέχτηκε την υποταγή του στην νομιμότητα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Κοντολογίς: υπάρχει νομιμότητα, αυτή τηρείται και αυτός την αποδέχτηκε, όπως και οι “συμπαραστάτες” του. Ποιος σοβαρός άνθρωπος θα εκτελούσε εν ψυχρώ συνανθρώπους του με πρόσχημα τον πόλεμο εναντίον ενός “συστήματος’ και μετά θα εκλιπαρούσε για δύο ημερών άδεια εξόδου; Με γελοίους, μάλιστα, ισχυρισμούς. Αυτό δεν είναι αξιακό σύστημα επαναστάτη, αλλά “τσιρικιτζή” λαϊκής γειτονιάς. Και μη βιαστείτε να με διορθώσετε με τον αντίλογο ότι κινήθηκε καιροσκοπικώς: ούτε ο ίδιος αντιλήφθηκε ότι η συντριβή του και η συντριβή της οργάνωσης δεν επήλθε με τις συλλήψεις και τις καταδίκες τους, αλλά με την τωρινή αποδοχή της νομιμότητας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ο “επαναστάτης” ενήργησε, όπως ακριβώς θα ενεργούσε ο κάθε νομοταγής μικροαστός νοικοκύρης. Ένας ευνουχισμένος, πλέον, μικροαστός, πάλαι ποτέ κατά φαντασίαν επαναστάτης θα απολαύσει τη γενναιοδωρία της ελληνικής δημοκρατίας: η τελευταία απέδειξε ότι δεν εκδικείται και δε μνησικακεί.
Ο δολοφόνος ηττήθηκε πολιτικώς κατά κράτος και η “οικογένεια” μέσα στην αντιπολιτευτική της εμπάθεια, στον κυνικό καιροσκοπισμό της και στην πολιτική και ηθική μυωπία της, αναβάθμισε στη θεώρηση της διάχυτης αλητοειδούς μικροαστικής “επαναστατικής” βλακείας (“σκατά στον τάφο του Μπακογιάννη”) διάφορων κουφιοκεφαλάκηδων, η οποία περιφέρεται ανέστια και απλοήγητη λιθοβολώντας σα μανιακή τα πάντα δεξιά και αριστερά, την εκτίμησή της σε ένα από τα ινδάλματά της: τον πολιτικώς και ηθικώς ευνουχισμένο μικροαστό.
Η οργή της “οικογένειας” δικαιολογείται στον στενό περίγυρο της, αλλά από τη στιγμή που εκθεατρίζονται δημοσίως η ατομική θλίψη και η οικογενειακή αγανάκτηση αποκτούν πολιτικά χαρακτηριστικά και ως τέτοια οφείλουν να αντιμετωπίζονται: υπό αυτή την έννοια συλλυπούμαστε για την απώλεια κάθε ανθρώπινης ύπαρξης, καταδικάζουμε, ωστόσο, κάθε μορφή πολιτικής εκμετάλλευσης παρόμοιων γεγονότων. Κάποια στιγμή θα πρέπει να απαλλαγούμε από αυτού του είδους την πολιτική νεκροφιλία, χαρακτηριστική για τον ελληνικό πολιτικό πολιτισμό, και θα πρέπει να επικεντρώσουμε στην ουσία του δημοκρατικού κεκτημένου, στην διασφάλιση της αξιοπρέπειας κάθε ανθρώπου. Ακόμη και όταν αυτός δεν έχει αίσθηση τι ακριβώς είναι αυτή η αξιοπρέπεια, η δημοκρατική πολιτεία έρχεται να του το υπενθυμίσει με την πράξη της: η βία της εξουσίας μπορεί να είναι ταξική ή όπως κανείς θέλει να την προσδιορίσει, αλλά δεν είναι αυθαίρετη. Κάθε πράξη αυθαιρεσίας στρέφεται κατά της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, του οποιουδήποτε ανθρώπου: η ελληνική πολιτεία έδειξε τη θεσμική μεγαθυμία της και ο δολοφόνος ηττήθηκε κατά κράτος.
Νομίζω, ότι η αίτηση για άδεια εξόδου από τη φυλακή του Δημήτρη Κουφοντίνα σηματοδοτεί το πολιτικό και ηθικό τέλος – αν μπορούμε να ομιλούμε για πολιτική και ηθική σε αυτή την περίπτωση- της τρομοκρατικής οργάνωσης “17 Νοέμβρη” και είναι η πλήρης δικαίωση για τον αδικοχαμένο Παύλο Μπακογιάννη.
Ο ηθικός θρυμματισμός των πρωταγωνιστών του αιματηρού θεάτρου σκιών, που ακούει στο όνομα “17 Νοέμβρη”, ολοκληρώθηκε με την αίτηση άδειας εξόδου του νοικοκύρη μικροαστού: ο “αγώνας” πήρε οριστική άδεια εξόδου!