«Αυτή η κυρία, η κοπέλα, η εξωγήινη…»
Χρύσα Ρώπα, ηθοποιός στην τηλεοπτική εκπομπή “φλΕΡΤ”
«Οι Εβραίοι είναι οι ψείρες της ανθρωπότητας…»
Γιόζεφ Γκέμπελς, υπουργός προπαγάνδας του Γ΄ Ράιχ
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι εκτιμήσεις των ανθρώπων του ακραίου κέντρου. Σε ένα άρθρο-σχόλιό του με τον μονολεκτικό όσο και χαρακτηριστικό τίτλο “Βασιβουζούκοι”, στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ (Σαββατοκύριακο 21-22 Νοεμβρίου 2020) στη σελίδα με τον τίτλο “Γνώμες” και στη μόνιμη στήλη του “Στερεότυπα” ο Ηλίας Κανέλλης, προσφεύγει στα παιδικά του αναγνώσματα και στον… Τεν-Τεν [sic] για να δικαιολογήσει τους χαρακτηρισμούς της Αλεξίας Έβερτ. Η τελευταία αντέδρασε όπως αντιδρούσε κάποιος οξύθυμος ήρωας του Βέλγου “κομίστα” Ερζέ (ψευδώνυμο του Ζωρζ Προσπέρ Ρεμί) και έγραψε αυτά που έγραψε. Ο αρθρογράφος των έγκριτων ΝΕΩΝ δηλώνει την κατανόησή του: “Ο θυμός της ήταν γνήσιος. Δεν τη γνωρίζω αλλά μαθαίνω ότι είναι αφιερωμένη [sic!] με πάθος και αυταπάρνηση στους άλλους, σε συγκινητικό βαθμό – κι είναι πάντα αποκαρδιωτικό οι τυφλοί οπαδοί μιας ουσιαστικά αυταρχικής, ιδεολογίας να αδιαφορούν τόσο προκλητικά για τη δημόσια υγεία. Εντάξει, δε χρησιμοποίησε τους σωστούς χαρακτηρισμούς, θα μπορούσε να αποκαλέσει τους κουκουέδες σταλινικά απολειφάδια, οπαδούς ολοκληρωτισμών, ανεύθυνους και άλλα, πολιτικώς πιο ακριβή. Αλλά όταν οργίζεσαι γίνεσαι λίγο καπετάνιος Χάντοκ” (σ.σ. ο ήρωας του Ερζέ που υβρίζει ανεξέλεγκτα). Επειδή οργίστηκε η πρώην αντιδήμαρχος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Αλεξία Έβερτ, έχει τα ελαφρυντικά της για τη συγκεκριμένη χρήση του λόγου. Όπως η φιγούρα του Ερζέ εκστομίζει διάφορα όταν συγχύζεται, έτσι και η αντιδήμαρχος. Δεν χάθηκε και ο κόσμος! Ο Ηλίας Κανέλλης σημειώνει με την έναρξη του άρθρου του μερικούς από τους χαρακτηρισμούς που έβαζε στο στόμα του ήρωά του ο Ερζέ για να μας προετοιμάσει στην πολιτική απάθεια του “δεν χάθηκε και ο κόσμος”: “Βασιβουζούκε, βάρβαρε, εκτόπλασμα, κερκοπίθηκε, ανθρωποφάγε, σχιζοφρενή, ορνιθόρυγχε…”. Έτσι η πραγματικότητα της σημερινής καθημερινότητας συγχέεται με την εικονική πραγματικότητα ενός comic του παρελθόντος. Εσκεμμένως; Ακουσίως; Αυτό μόνο ο αρθρογράφος δύναται να το αποσαφηνίσει. Οι υπόλοιποι και οι υπόλοιπες είμαστε αναγκασμένοι να περιοριστούμε σε εικασίες και εκτιμήσεις.
Αλλά ως άνθρωπος του λόγου ο Ηλίας Κανέλλης, οφείλει να γνωρίζει ότι η λεπτή απόχρωση του λόγου και η ισχύς του εξαρτάται πάντοτε από το εκάστοτε μέσο. Ότι “το μέσο είναι το μήνυμα”. Διαφορετικές συνδηλώσεις και, κυρίως, διαφορετική λειτουργία έχει η χρήση του χαρακτηρισμού “κερκοπίθηκε” ή “κατσαρίδα” και “τρωκτικό” σε ένα comic και διαφορετική σε ένα δημόσιο μέσο, όπου παρακολουθούν εκατοντάδες και χιλιάδες. Η ανάγνωση του υβριστικού χαρακτηρισμού είναι μια μοναχική διαδικασία στη μια περίπτωση και οι χαρακτηρισμοί δεν απευθύνονται σε συγκεκριμένο υπαρκτό πρόσωπο/πρόσωπα. Η αμεσότητα του απευθύνεσθαι στην περίπτωση χαρακτηρισμών μέσω μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει άλλες επιπτώσεις. Αυτό είναι προφανές και δεν επιδέχεται συζητήσεως. Ειδάλλως θα συνδιαλεγόμασταν, ολημερίς και ολονυχτίς, υβρίζοντας ο ένας τον άλλο. Υπό αυτό το πρίσμα η σύγκριση και η προσπάθεια αιτιολόγησης των χαρακτηρισμών λόγω της θυμικής έξαρσης της πρώην αντιδημάρχου – πόσο ευέξαπτη είναι και δεν μπορεί να συγκρατηθεί όταν συντάσσει μια πρόταση; – από την πλευρά του Ηλία Κανέλλη, μάλλον, ατυχής μπορεί να θεωρηθεί. Θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι αυτά συμβαίνουν σε άλλες σκληρές από κάθε άποψη εποχές, εποχές απανθρωπίας, “αιώνας των άκρων”, όπου η γλώσσα αυτού του τύπου ήταν αποδεκτή, όχι μόνο σε επίπεδο διασκέδασης και διασκεδαστικών αναγνωσμάτων, αλλά είχε και τις επιστημονικές αποφύσεις της. Μια “κανονικότητα” εκείνης της εποχής. Σήμερα αντιθέτως το έργο του Ερζέ υπόκειται σε αυστηρή κριτική για τα ρατσιστικά του στοιχεία και η νεοχιτλερική metapedia, το φασιστικό προπαγανδιστικό κακέκτυπο της wikipedia, στην ελληνική της εκδοχή δε λησμονεί να σημειώσει ότι το έργο “Ο Τεν Τεν στο Κογκό” (1930-1931) κρίθηκε ως “πολιτικώς μη-ορθό” και αποσύρθηκε από τη βιβλιοθήκη του Brooklyn ως ρατσιστικό κόμικ. Η σύγκριση του “υβρεολογίου” της Αλεξίας Έβερτ με εκείνο του Ερζέ ήταν εντελώς ατυχής. Δηλώνει απουσία αναστοχαστικής λεπταισθησίας επί των μικρών, αλλά κρίσιμων, διαφορών ανάμεσα σε παραπλήσια φαινόμενα της πραγματικότητας.
Αλλά αν προσπεράσουμε ως ατυχές συμβάν την επίκληση ενός “κομίστα» και του ύφους του, δε νομίζω ότι δυνάμεθα να προσπεράσουμε με την ίδια άνεση και αστόχαστα την “κριτική” από την πλευρά του Ηλία Κανέλλη, προς το ΚΚΕ και το ΣΥΡΙΖΑ όσον αφορά το αίτημά τους να παραιτηθεί η Αλεξία Έβερτ: “…και ζητούσαν την παραίτησή της. Εντυπωσιακό. Στον πολιτικό χώρο όπου είναι ανεκτό να βρίζουν τους αντιπάλους τους γερμανοτσολιάδες, νενέκους, μερκελιστές, ευρωλιγούρηδες και διάφορα άλλα ωραία συνώνυμα του προδότη, σε αυτούς που γαλουχήθηκαν και εξέλιξαν το σύνθημα “μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι” για έναν ολόκληρο κλάδο εργαζομένων στη δημόσια τάξη (ο Παζολίνι υμνούσε ποιητικά τους αστυνομικούς ως γνήσια προλετάριους), στους χώρους που ηθικολογικά, με χαρακτηρισμούς, απαξιώνουν τους όποιους ιδεολογικά τους ενοχλούν, παρεξηγήθηκαν με την Αλεξία Έβερτ”.
Και στη συνέχεια ψέγει το δήμαρχο Αθηναίων για τη στάση του: “… δέσμιος της ηθικολογικής ανάγνωσης της ζωής, με μια τιράντα πολιτικής ορθότητας, αντί να υπερασπιστεί την αντιδήμαρχό του, η οποία γνωρίζει ότι χρειαζόταν την ηθική στήριξη, ουσιαστικά την προέτρεψε σε παραίτηση από τη δημόσια σφαίρα…”.
Όσον αφορά το πρώτο σκέλος της επιχειρηματολογίας: αυτή η πρακτική “ανοσίας”, όταν δηλαδή προβάλλεται ως επιχείρημα ένα “στραβό” ή και πολλά “στραβά” εκείνου που επικρίνει κάτι, για να ακυρωθούν οι επικρίσεις του, ειδικά όταν είναι ορθές, λειτουργεί παραλυτικά στη λειτουργία της δημοκρατίας. Από πού αντλεί το επιχείρημα του Ηλία Κανέλλη ισχύ ακύρωσης των ενστάσεων ενός τρίτου προς ένα πολιτικό ή κοινωνικό συμβάν; Ένας εγκληματίας που είναι αυτόπτης μάρτυς σε ένα φονικό δε δικαιούται να το καταγγείλει; Δεν πρέπει να σταθμιστεί η μαρτυρία του; Δυστυχώς εδώ έχουμε μια μορφή μεταχρονολογημένου αντικομουνισμού, η οποία λειτουργεί ως τροχοπέδη στην ανάπτυξη των όποιων παραγωγικών συγκρούσεων έχει ανάγκη τούτη τη στιγμή η ελληνική κοινωνία. Δεν πρέπει κάποια στιγμή οι έλληνες πολίτες να αντιμετωπίσουν το στρεβλό υλικό της πραγματικότητας εντός της οποίας ζουν;
Η αντικομουνιστική ρητορεία του Ηλία Κανέλλη συγχέει δύο διαφορετικές συνάφειες πραγμάτων. Αυτό είναι φανερό, αν δεν το κάνει εσκεμμένα έχει πλήρη άγνοια της ελληνικής πραγματικότητας και δεν αντιλαμβάνεται σε τι πράγμα αναφέρεται, βλέπει συνάφειες εκεί που δεν υπάρχουν. Αλλά αυτό είναι ο ορισμός της βλακείας. Ο βλάκας ανακαλύπτει συνάφειες εκεί που δεν υπάρχουν. Αναφέρομαι στην παρατήρησή του για το πολιτικό υβρεολόγιο το οποίο παραθέτει: “γερμανοτσολιάδες”, “νενέκους”, “μερκελιστές”, “ευρωλιγούρηδες” ως συνώνυμα του προδότη. Όποιος χρησιμοποιεί τέτοιους χυδαίους χαρακτηρισμούς δε δικαιούται να ομιλεί για τους άλλους που κάνουν λόγο για “κατσαρίδες” και “τρωκτικά”; Ο Ηλίας Κανέλλης προσποιείται ότι δε γνωρίζει ή απλώς δε γνωρίζει τις λεπτές διαφορές αυτών των χαρακτηρισμών. Διαφορές οι οποίες κρίνουν τη ζωή ή το θάνατο κάποιου. Υπό αυτή την έννοια ορθώς επισημαίνει το εγκληματικό περιεχόμενο του συνθήματος “μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι”, αλλά οδηγείται αμέσως, από εμπάθεια ή βλακεία δε γνωρίζω, στην αντικομουνιστική εμμονή και ρητορεία και στην εσκεμμένη διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Είναι απαράδεκτο και πλαστογράφηση της πραγματικότητας να υποστηρίζει κάποιος ότι τα “στρατιωτάκια” της ΚΝΕ και τα μέλη του ενοχικού ΚΚΕ “γαλουχήθηκαν και εξέλιξαν” το συγκεκριμένο σύνθημα εναντίον ενός “ολόκληρου κλάδου εργαζομένων”. Αυτό είναι αντικομουνισμός. Επαρχιώτικος αντικομουνισμός ενός δημόσιου προσώπου που αδυνατεί να αντιληφθεί τις σεισμικές αλλαγές οι οποίες έχουν συντελεστεί σε τμήματα της κοινωνικής συνείδησης και αναζητά κομμουνιστές… στα άχυρα!
Το υβριστικό σύνθημα “Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι”, παρόμοιου απαξιωτικού και εγκληματικού περιεχομένου και λειτουργίας με την ανάρτηση της Αλεξίας Έβερτ, συνδέεται με την τυφλή ή τη φενακισμένη “ριζοσπαστικοποίηση” τμημάτων της ελληνικής νεολαίας, εδώ και αρκετά χρόνια, και τον πλήρη αποπροσανατολισμό της. Κυρίως στο Λεκανοπέδιο, ίσως και μόνο εκεί. Στις υπόλοιπες περιοχές ίσως να έχουμε απλώς μια διαδικασία “αποίκισης”. Οι λόγοι θα πρέπει να αναζητηθούν στις διαδικασίες αποδιάρθρωσης των θεσμών εκκοινωνισμού στην ελληνική κοινωνία στο πλαίσιο των ανεπιτυχών για μεγάλο χρονικό διάστημα δομικών αναδιαρθρώσεων του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.
Ο Ηλίας Κανέλλης ψέγει και το δήμαρχο Αθηναίων, διότι δε “στήριξε” την αντιδήμαρχό του. Μέμφεται δε τον Κώστα Μπακογιάννη για “ηθικολογική ανάγνωση της ζωής”. Εδώ προβάλλεται, από έναν άνθρωπο του λόγου και όχι των αποφάσεων, ο κυνισμός ως πολιτική αξία και η (εικαζόμενη) ηθική απαξιώνεται, τρόπω τινά, ως μη-πολιτική.
Το φλέγον ζήτημα της σχέσης καθημερινής γλώσσας και απανθρώπισης, όπως εκφράστηκε και εκφράζεται στις ιδιολέκτους της βίας και του παλαιο- και νεοφασισμού, ιδιόλεκτοι που κατακλύζουν και τη γλώσσα της καθημερινότητας, απουσιάζει από τη σκέψη του Ηλία Κανέλλη. Εκτιμώ ότι δε γνωρίζει τη σημασία της καθημερινής χρήσης της γλώσσας και όχι ότι η σκέψη του είναι τόσο διαστροφικά κυνική. Απογυμνωμένος από κάθε νόημα ο μεταχρονολογημένος αντικομουνισμός κατασκευάζει πανίσχυρους εχθρούς για να μπορέσει να επιπλεύσει ο ίδιος. Χάνει το momentum της γλωσσικής χρήσης και γίνεται εξίσου κωμικός και παιδιάστικος, όσο και οι εχθροί τούς οποίους είναι αναγκασμένος να αναπλάθει διαρκώς, ενάντια στην πραγματικότητα, για να νομιμοποιήσει την ύπαρξή του. Έτσι καταλήγει να συγχέει την καθημερινή ζωή με την πλασματική πραγματικότητα των comics:”τρωκτικά και κατσαρίδες” vs “βασιβουζούκε, βάρβαρε, εκτόπλασμα, κερκοπίθηκε, ανθρωποφάγε, σχιζοφρενή, ορνιθόρυγχε”. Και τούμπαλιν!
Το μίσος που περιλαμβάνουν οι χαρακτηρισμοί της Αλεξίας Έβερτ αφορούν τη σημερινή μας κατάσταση και, πιο συγκεκριμένα, αφορούν κυρίως την κατάσταση στο Λεκανοπέδιο. Στην Αθήνα και τον Πειραιά ο οργανωμένος φασισμός των τελευταίων ετών έχει αφήσει βαθύ αποτύπωμα. Και τούτο διαπιστώνεται πριν απ΄ όλα στη χρήση του λόγου… η γλώσσα ηχεί προειδοποιητικά!
Σημείωση: Το κείμενο αυτό είναι το δεύτερο από μια σειρά επτά άρθρων για το συγκεκριμένο ζήτημα. Τα κείμενα συνδέονται μεταξύ τους, οπότε η ανάγνωση του ενός προϋποθέτει την ανάγνωση και των υπολοίπων (Το πρώτο άρθρο έφερε τον τίτλο: Η ένοχη σιωπή της Ν.Δ. για τα “τρωκτικά” και τις “κατσαρίδες”).