Το πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του πρωθυπουργού ήταν σκέτη απογοήτευση. Επισημάνθηκε από πολλούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το γεγονός ότι απουσίαζε η οποιαδήποτε αναφορά στα χιλιάδες θύματα της πανδημίας. Δεν γνωρίζω ποιοι από τους ειδικούς πρωθυπουργικούς συμβούλους συνέστησαν τούτη την απαράδεκτη, από κάθε άποψη, αποφυγή οποιασδήποτε νύξης στους θανάτους. Αλλά τούτο φανερώνει πλήρη απουσία κοινωνικής ενσυναίσθησης και πολιτικής ηθικής αντίληψης των πραγμάτων. Ο πρωθυπουργός και το περιβάλλον του φαίνεται πως είναι εντελώς αποκομμένοι από την πραγματικότητα και τις ανάγκες του ελληνικού λαού: για αυτό απέτυχε παταγωδώς στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του. Και ας επρόκειτο για μια πλήρως ελεγχόμενη επικοινωνιακή συνθήκη. Όπου τα πάντα σκηνοθετήθηκαν με άνεση χρόνου και εκτελέστηκαν μετά από πρόβες, σα να επρόκειτο για κάποια θεατρική παράσταση. Και όμως απέτυχαν.
Απέτυχαν ακόμη και στο στοιχειωδέστερο: τη γλωσσική αρτιότητα και το ύφος έκφρασης στην πρωθυπουργική πρωτοχρονιάτικη επετειακή ανακοίνωση. Στο κείμενο ήταν διάσπαρτες διάφορες σολοικίες, οι οποίες φανέρωναν άγνοια της ελληνικής και αδεξιότητες στη χρήση της.
Σταχυολογώ επί τροχάδην και σχολιάζω: “… η πατρίδα μας κλήθηκε να διαχειριστεί πολλά και ταυτόχρονα μέτωπα…”. Τι ακριβώς είναι η “διαχείριση μετώπων”; Διαχειριζόμαστε μια κατάσταση, μια κρίση, αλλά ποτέ δε διαχειριζόμαστε μέτωπα. Ούτε καν το μέτωπο της κεφαλής μας! Δεν πρόκειται απλώς για σφάλμα διατύπωσης. Τούτη η ελλειμματική σχέση με τη γλώσσα είναι συγχρόνως και έλλειψη λόγου, σκέψης. Και τι ακριβώς είναι τα “ταυτόχρονα μέτωπα”; Αν υπονοεί “μέτωπα προβλημάτων”, “μέτωπα πολιτικών συγκρούσεων” κ.α. η φράση θα έδινε κάποιο νόημα, αλλά η έκφραση “να διαχειριστεί πολλά και ταυτόχρονα μέτωπα…” μένει μετέωρη και ξεκάρφωτη και φανερώνει ένδεια στο γλωσσικό αισθητήριο και του συντάκτη του κειμένου και του αναγνώστη-πρωθυπουργού.
Όποιος συγγράφει για άμεση πολιτική χρήση ή ομιλεί “επισήμως”, δηλαδή κατόπιν προετοιμασίας, με αυτόν τον ακατέργαστο και σόλοικο τρόπο είναι βέβαιο πως παρομοίως σκέπτεται. Στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του πρωθυπουργού ήταν, μερικές φορές, το ακατέργαστο του λόγου τόσο προφανές, ώστε προσέκρουε βίαια στο γλωσσικό αισθητήριο ενός ανθρώπου μέσης παιδείας. Και προκύπτει ευλόγως το ερώτημα για το ποιόν και την ποιότητα αυτών των ατόμων, τα οποία συντάσσουν παρόμοια “επίσημα” κείμενα. Προκύπτει φυσικώς και το ερώτημα περί των νοητικών ποιοτήτων και ικανοτήτων του ηγέτη: αρχής γενομένης από τη γλωσσική-νοητική του επάρκεια και καταλήγοντας στην ικανότητά του να επιλέγει συνεργάτες.
Άκουσε επίσης το πανελλήνιο τον αναγνώστη-πρωθυπουργό να δηλώνει ότι “τα μέτρα αποδίδουν όταν κάποιοι δεν τα προδίδουν”. Δεν θα είχα καμία αντίρρηση να κρεμαστούν σε δημόσια θέα οι κάθε είδους προδότες, αλλά το γλωσσικό μου αισθητήριο ενίσταται: παραβαίνουμε μέτρα, παρακάμπτουμε μέτρα, καταργούμαι μέτρα, αλλά δε γνωρίζω να προδίδουμε ποτέ μέτρα. Προδίδουμε κάποιον για κάτι, προδίδουμε τις υποσχέσεις μας, προδίδουμε τα ιδανικά μας, προδίδουμε… προδίδουμε… αλλά μέτρα δεν προδίδουμε… Και αυτός ο συνθηματολογικός σολοικισμός δεν είναι τυχαίος… Δηλώνει κάτι από την πρόθεση των κυβερνητικών και του πρωθυπουργού να δημιουργήσουν ενοχές στους πολίτες και να αποποιηθούν το βάρος της όποιας δική τους ευθύνης για την πορεία των πραγμάτων. Η σόλοικη μεταφορά σε αυτή την περίπτωση συνδηλώνει ευθυνοφοβία, διάθεση χειραγώγησης και εξαπάτησης και κακό πολιτικό χαρακτήρα και προσωπικό ήθος.
Θέλοντας να δώσει έμφαση ο υποδυόμενος το ρόλο του πρωθυπουργός και εκείνοι που συνέταξαν το κείμενο –φαντάζομαι με τη συνεργασία του – στη χρονιά που έρχεται και στο πολιτικό της νόημα, επιχείρησε να συνδέσει την πανδημία με τον εορτασμό των 200 χρόνων από την εθνική ανεξαρτησία της χώρας. Δικαίωμά του ως πολιτικού να επιλέγει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει ορισμένα πράγματα και ποιες προτεραιότητες θέτει, αλλά γιατί γίνεται ο χρόνος που έρχεται “πυκνός”. Η μεταφορά περί κλεισίματος παλιών πληγών και το άνοιγμα νέων οριζόντων, δε δικαιολογούν την χρήση του επιθέτου “πυκνός”.“Το 2021, λοιπόν, θα είναι πυκνό, κλείνοντας παλιές πληγές και ανοίγοντας νέους ορίζοντες”. Δεν είναι όμως το “πυκνό” 2021, “τώρα είναι [και τα] βιώματα του χθες που πυροδοτούν το αύριο της χώρας”. Μάλιστα, το αύριο της χώρας πυροδοτείται… Προσεκτικά ως τόσο μην έχουμε καμία ενδοέκρηξη και το απολέσουμε οριστικά…
Η χρήση των μεταφορών εκεί που ο πολιτικός λόγος οφείλει να είναι ευθύς και ξεκάθαρος ώστε να εκπέμπει αυτοπεποίθηση δηλώνει αδυναμία και ανυπαρξία σταθερών σημείων αναφοράς. Ενδεικτική αυτής της ασάφειας και της έλλειψης αντίληψης της πραγματικότητας και της αντιμετώπισής της είναι το μεταφορικό σχήμα της “γέφυρας”, το οποίο επιστρατεύεται για να καλύψει την αδυναμία εκφοράς συνεκτικού πολιτικού λόγου από την πλευρά ενός πολιτικού υποκειμένου βεβαίου για τον εαυτό του και τις κινήσεις του. Εδώ έχουμε μια αποθέωση ενός τύπου παιδιάστικου δημόσιου λόγου: “… είναι η ώρα να διασχίσουμε με ωριμότητα τη γέφυρα ανάμεσα στο τέλος του πολέμου με τον κορονοϊό και στην αρχή της μάχης για την πρόοδο. Μια γέφυρα, όμως, που κρύβει παγίδες. Γι΄ αυτό και πρέπει να την περάσουμε με αργά και σταθερά βήματα”. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επικαλείται την “ωριμότητα” μας, αλλά ο ίδιος σολοικίζει επανειλημμένως και χρησιμοποιεί τυποποιημένο λεξιλόγιο και ύφος εφήβου.
Ο λόγος του έχει και ένα υφολογικό στοιχείο χαρακτηριστικό ενός συγκεκριμένου τρόπου επιδερμικής αντιμετώπισης των όποιων προβλημάτων και της… αλίευσης στα ρηχά. Είναι τα γνωστά λογοπαίγνια με ομόηχες λέξεις ή λέξεις με την ίδια ρίζα. “Η Ελλάδα είναι χώρα, δεν είναι χώρος”, “είναι ο τρόπος, όχι ο τόπος” και άλλα παρόμοια γλυκανάλατα χωρίς περιεχόμενο. Έτσι και στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του πρωθυπουργού γίνεται χρήση αυτών των ανούσιων λεκτικών παιχνιδιών διαφημιστικού τύπου χωρίς ουσία και βάθος: “τα μέτρα αποδίδουν, όταν κάποιοι δεν τα προδίδουν”, “η προφύλαξη του καθένα δεν επιτρέπει επιφύλαξη από κανέναν”.
Το πρωτοχρονιάτικο μήνυμα περιείχε λιγότερη λογική συνοχή και περισσότερο παρόμοιο συνθηματολογικό διαφημιστικό λόγο. Όσο σοβαρά και αν προσπάθησε να υποδυθεί το ρόλο του ως πρωθυπουργού ο Κυριάκος Μητσοτάκης, η όλη σκηνοθεσία είχε κάτι το κωμικό και, δυστυχώς, τραγικό συνάμα, διότι ο συνθηματολογικός λόγος και τα πομπώδη λογοπαίγνια άγγιζαν τα όρια του γελοίου (και της επικινδυνότητάς του): “Η ελευθερία της άρνησης δεν μπορεί να γίνει άρνηση της ελευθερίας”. Είναι προφανές ότι ο πρωθυπουργός κλήθηκε να διαφημίσει τον εαυτό του μέσω ενός κειμένου που έγραψαν για αυτόν και το διαφημιστικό προϊόν “Κυριάκος Μητσοτάκης”. Ένας πρωθυπουργός διαφημιστικό περιτύλιγμα. Μήνυμα προς τον ελληνικό λαό απεύθυνε ένα προϊόν μιας πρακτικής του μάρκετινγκ για αυτό και απέτυχε: ηθικά, πολιτικά, επικοινωνιακά.
Από πολιτικής σκοπιάς το πρωτοχρονιάτικο μήνυμα συμπυκνώνεται σε μια φράση έκφραση απονενοημένης αισιοδοξίας ή μειωμένης αντίληψης της πραγματικότητας, θα προτιμούσα το πρώτο, αλλά πολύ φοβούμαι ότι ισχύει το δεύτερο: Είναι η φράση εκείνη που κλείνει τις αναφορές για το συμβολισμό και τους προγραμματισμένους εορτασμούς του 2021, όπου το τελευταίο φέρεται να “εγκαινιάζει μια καινούργια δεκαετία ευημερίας”. Εδώ αναδεικνύεται ένα στοιχείο άγνοιας, το οποίο συνοδεύεται από αρκετή δόση πολιτικής αφέλειας, συνδυασμός που καθιστούν τη συγκεκριμένη διοίκηση της χώρας επικίνδυνη από κάθε άποψη. Υπό το πρίσμα της οραματιζόμενης ευημερίας θα πρέπει να ερμηνευτεί και η αισιοδοξία πως το 2021, ενδεχομένως και υπό προϋποθέσεις (“στο χέρι μας”) να είναι η “χρονιά των Ελλήνων”. Και ενώ θα περίμενε κανείς να ακούσει/διαβάσει κάτι πιο απτό, πιο συγκεκριμένο, καταφεύγει ο διαγγελματίας πρωθυπουργός πάλι στη μεταφορική χρήση του λόγου: το 2021 θα είναι “ο κρίκος που θα ενώνει τις νίκες των προγόνων με τις επιτυχίες των απογόνων”. Άλλο ένα κενού περιεχομένου λογοπαίγνιο, το οποίο χρησιμοποιεί ως αποκορύφωση και συμπέρασμά του τη μεταφορά του δρόμου: το 2021 θα είναι “και ο δρόμος που θα μετατραπεί σε λεωφόρο για τη νέα Ελλάδα”.
Η δική μου παρατήρηση αναφορικώς με το πολιτικό σκέλος του πρωτοχρονιάτικου μηνύματος του πρωθυπουργού: “Στο σπίτι του κρεμασμένου δε μιλούν για σχοινί”.
Στη φωτογραφία κομμάτια από τον πάπυρο του Δερβενίου.