Του Γρηγόρη Ζαρωτιάδη, Αν. Καθηγητή, Κοσμήτορα Σχολής ΟΠΕ, ΑΠΘ
Η συλλογική μνήμη αποδεικνύεται πολλές φορές ανεπίτρεπα ασθενής, πολύ περισσότερο από την ατομική, είτε καταγράφεται εμπειρικά είτε επίσημα. Κι αυτό γιατί παρασύρεται από περισσότερο ή λιγότερο οργανωμένα συμφέροντα που προτάσσουν την εξυπηρέτησή τους συχνά εις βάρος της κοινωνικής ευημερίας και της βιωσιμότητας.
Στην έκδοση του Νοεμβρίου του 1977 ο Economist εισήγαγε τον όρο «ολλανδική ασθένεια» (Dutchdisease)[1] επιδιώκοντας να αποδώσει την αρνητική επίπτωση, που καταγράφηκε στο σύνολο της ολλανδικής μεταποίησης δυο δεκαετίες μετά την ανακάλυψη του μεγάλου αποθέματος φυσικού αερίου στην επαρχία του Groningenτο 1959.
Η ανάδειξη αυτού του φαινομένου οδήγησε σε μια από τις πιο σημαντικές κριτικές της «μονοκουλτούρας» και της εμμονής σε κλάδους αιχμής, η οποία μονοπώλησε την αναπτυξιακή πολιτική. Ο βασικός μηχανισμός της μεσοπρόθεσμης αρνητικής επίπτωσης μιας υπερσυγκεντρωμένης κλαδικά μεγέθυνσης είναι ότι αυτή καταλήγει σε εγχώριες πληθωριστικές πιέσεις και σε αυξήσεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας, οι οποίες, ούσες αναντίστοιχες με το επίπεδο της ανταγωνιστικότητας των λοιπών κλάδων, οδηγούν τελικώς αυτούς σε υποχώρηση, έως και σε κατάρρευση.
Λίγο νωρίτερα (το 1958) ο Bhagwati είχε προειδοποιήσει για την περίπτωση της «εξαθλιωτικής μεγέθυνσης» (immiserizinggrowth)[2]: η εξαγωγικά προσανατολισμένη ανάπτυξη συγκεκριμένων κλάδων μπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση των όρων εμπορίου της χώρας και ακολούθως σε απώλειες κοινωνικής ευημερίας που ίσως και να υπερκαλύψουν τα όποια αρχικά οφέλη.
Παρά ταύτα, εν όψει της εκμετάλλευσης των αποθεμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου στην ανατολική Μεσόγειο, ξεχνιούνται οι ανάλογες εμπειρίες στον ευρωπαϊκό βορρά καθώς κι αλλού. Αφενός οι άμεσα ενδιαφερόμενες υπερσυγκεντρώσεις του εξορυκτικού κεφαλαίου και οι θεσμικοί σύμμαχοί τους, αφετέρου η κοινή γνώμη των εμπλεκομένων χωρών, μεταξύ αυτών και της Ελλάδας, που εύκολα θέλγεται από την ελπίδα ενός αναπάντεχου, εν είδει λαχείου, πλουτισμού, παρασέρνουν τις μεσογειακές οικονομίες στην ατραπό της ολλανδικής ασθένειας.
Μπορεί λοιπόν η μεγέθυνση να είναι κατάρα; Κι αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις;
Δυο είναι οι βασικοί λόγοι που δικαιολογούν αυτήν την ανησυχία και συνθέτουν ταυτόχρονα μια ιδιαίτερη εκδοχή του προτύπου της ολλανδικής ασθένειας. Καταρχήν, οι εναλλακτικές μορφές ανάπτυξης της θαλάσσιας και της παράκτιας οικονομίας τυγχάνουν ολοένα και περισσότερο της διεθνούς προσοχής: ο WWFσε μια πρόσφατη έκθεσή του[3] εκτιμά ότι η συνολική ανταλλακτική αξία που μπορεί να παραχθεί στη Μεσόγειο της ακτογραμμής των 46.000 χλμ., των ιδιαιτέρως σημαντικών αποθεμάτων αλιείας και των συγκεντρωμένων δυνατοτήτων ναυτιλιακής δραστηριότητας, ανέρχεται σε4,7 τρισεκατομμύρια €! Επίσης πρόσφατα, το 2017, ο ΟΗΕ σε συνεργασία με την Παγκόσμια Τράπεζα ανέδειξαν τις ευκαιρίες και τις προοπτικές της μπλε οικονομίας, δηλαδή της κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμης ανάπτυξης των κλάδων που σχετίζονται με τη θάλασσα, κυρίως στην αλιεία, στον τουρισμό, στις μεταφορές και στην αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ενδεικτική επίσης είναι η στρατηγική της Κοινότητας να επαναπροσανατολίσει σημαντικό μέρος των υφισταμένων δημοσιονομικών εργαλείων τηςστην προώθηση της μπλε οικονομίας στη Δυτική Μεσόγειο καταρχήν.[4]
Εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι, δεδομένων των σημαντικότατων, εναλλακτικών μορφών βιώσιμης αξιοποίησης της θάλασσας, εκτοπιζόμενες και υποκαθιστούμενες αυτές από μια εντατική και εκτατική εξορυκτική δραστηριότητα , δημιουργείται ένα αβάσταχτα υψηλό κόστος ευκαιρίας.
Επιπρόσθετα, στην περίπτωση της Μεσογείου προκύπτει και μια διεθνοπολιτική εκδοχή της «ολλανδικής ασθένειας»: η σύγχρονη ιστορία της περιοχής αποδεικνύει ότι η προσέλκυση των υπερσυγκεντρωμένων εξορυκτικών κεφαλαίων δημιουργεί μοιραία εστίες διαμάχης και ανεξέλεγκτων συγκρούσεων με προφανή την οικουμενικής διάστασης, ανθρωπιστική και περιβαλλοντική διακινδύνευση.
Οι λαοί της Μεσογείου οφείλουν να αντιληφθούν τον μακροπρόθεσμα βιώσιμο δρόμο της μπλε οικονομίας ως την πραγματική εναλλακτική απέναντι στην εκθαμβωτική πρόκληση του «λαχείου» των αποθεμάτων καυσίμων. Διότι εν τέλει, ο πραγματικός πλούτος της Μεσογείου δεν είναι από κάτω της. Βρίσκεται στην ίδια την υπόστασή της.
[1]The Dutch Disease, 26/11/1977, The Economist, σελίδες. 82–83.
[2]Jagdish Bhagwati,. 1958,Immiserizing Growth: A Geometrical Note, Review of Economic Studies 25, σελίδες 201-205.
[3]WWFσεσυνεργασίαμετηνBostonConsultingGroup, 2017,Reviving the Economy of the Mediterranean: Actions for a sustainable future, http://d2ouvy59p0dg6k.cloudfront.net/downloads/reviving_mediterranean_sea_economy_full_rep_lowres.pdf.
[4]https://ec.europa.eu/maritimeaffairs/sites/maritimeaffairs/files/com-2017-183_en.pdf.
(πηγή: https://marketpost.gr)
Ο Γ. Ζαρωτιάδης στον Alpha 96,5 : “Πιο απαλό το μεταμνημονιακό πλαίσιο, αλλά δεν πρόκειται για πλήρη απελευθέρωση”
22 Αυγούστου 2018Ευθύνη της δημοτικής αρχής η ευπρόσωπη Θεσσαλονίκη
24 Αυγούστου 2018Του Γρηγόρη Ζαρωτιάδη, Αν. Καθηγητή, Κοσμήτορα Σχολής ΟΠΕ, ΑΠΘ
Η συλλογική μνήμη αποδεικνύεται πολλές φορές ανεπίτρεπα ασθενής, πολύ περισσότερο από την ατομική, είτε καταγράφεται εμπειρικά είτε επίσημα. Κι αυτό γιατί παρασύρεται από περισσότερο ή λιγότερο οργανωμένα συμφέροντα που προτάσσουν την εξυπηρέτησή τους συχνά εις βάρος της κοινωνικής ευημερίας και της βιωσιμότητας.
Στην έκδοση του Νοεμβρίου του 1977 ο Economist εισήγαγε τον όρο «ολλανδική ασθένεια» (Dutchdisease)[1] επιδιώκοντας να αποδώσει την αρνητική επίπτωση, που καταγράφηκε στο σύνολο της ολλανδικής μεταποίησης δυο δεκαετίες μετά την ανακάλυψη του μεγάλου αποθέματος φυσικού αερίου στην επαρχία του Groningenτο 1959.
Η ανάδειξη αυτού του φαινομένου οδήγησε σε μια από τις πιο σημαντικές κριτικές της «μονοκουλτούρας» και της εμμονής σε κλάδους αιχμής, η οποία μονοπώλησε την αναπτυξιακή πολιτική. Ο βασικός μηχανισμός της μεσοπρόθεσμης αρνητικής επίπτωσης μιας υπερσυγκεντρωμένης κλαδικά μεγέθυνσης είναι ότι αυτή καταλήγει σε εγχώριες πληθωριστικές πιέσεις και σε αυξήσεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας, οι οποίες, ούσες αναντίστοιχες με το επίπεδο της ανταγωνιστικότητας των λοιπών κλάδων, οδηγούν τελικώς αυτούς σε υποχώρηση, έως και σε κατάρρευση.
Λίγο νωρίτερα (το 1958) ο Bhagwati είχε προειδοποιήσει για την περίπτωση της «εξαθλιωτικής μεγέθυνσης» (immiserizinggrowth)[2]: η εξαγωγικά προσανατολισμένη ανάπτυξη συγκεκριμένων κλάδων μπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση των όρων εμπορίου της χώρας και ακολούθως σε απώλειες κοινωνικής ευημερίας που ίσως και να υπερκαλύψουν τα όποια αρχικά οφέλη.
Παρά ταύτα, εν όψει της εκμετάλλευσης των αποθεμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου στην ανατολική Μεσόγειο, ξεχνιούνται οι ανάλογες εμπειρίες στον ευρωπαϊκό βορρά καθώς κι αλλού. Αφενός οι άμεσα ενδιαφερόμενες υπερσυγκεντρώσεις του εξορυκτικού κεφαλαίου και οι θεσμικοί σύμμαχοί τους, αφετέρου η κοινή γνώμη των εμπλεκομένων χωρών, μεταξύ αυτών και της Ελλάδας, που εύκολα θέλγεται από την ελπίδα ενός αναπάντεχου, εν είδει λαχείου, πλουτισμού, παρασέρνουν τις μεσογειακές οικονομίες στην ατραπό της ολλανδικής ασθένειας.
Μπορεί λοιπόν η μεγέθυνση να είναι κατάρα; Κι αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις;
Δυο είναι οι βασικοί λόγοι που δικαιολογούν αυτήν την ανησυχία και συνθέτουν ταυτόχρονα μια ιδιαίτερη εκδοχή του προτύπου της ολλανδικής ασθένειας. Καταρχήν, οι εναλλακτικές μορφές ανάπτυξης της θαλάσσιας και της παράκτιας οικονομίας τυγχάνουν ολοένα και περισσότερο της διεθνούς προσοχής: ο WWFσε μια πρόσφατη έκθεσή του[3] εκτιμά ότι η συνολική ανταλλακτική αξία που μπορεί να παραχθεί στη Μεσόγειο της ακτογραμμής των 46.000 χλμ., των ιδιαιτέρως σημαντικών αποθεμάτων αλιείας και των συγκεντρωμένων δυνατοτήτων ναυτιλιακής δραστηριότητας, ανέρχεται σε4,7 τρισεκατομμύρια €! Επίσης πρόσφατα, το 2017, ο ΟΗΕ σε συνεργασία με την Παγκόσμια Τράπεζα ανέδειξαν τις ευκαιρίες και τις προοπτικές της μπλε οικονομίας, δηλαδή της κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμης ανάπτυξης των κλάδων που σχετίζονται με τη θάλασσα, κυρίως στην αλιεία, στον τουρισμό, στις μεταφορές και στην αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ενδεικτική επίσης είναι η στρατηγική της Κοινότητας να επαναπροσανατολίσει σημαντικό μέρος των υφισταμένων δημοσιονομικών εργαλείων τηςστην προώθηση της μπλε οικονομίας στη Δυτική Μεσόγειο καταρχήν.[4]
Εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι, δεδομένων των σημαντικότατων, εναλλακτικών μορφών βιώσιμης αξιοποίησης της θάλασσας, εκτοπιζόμενες και υποκαθιστούμενες αυτές από μια εντατική και εκτατική εξορυκτική δραστηριότητα , δημιουργείται ένα αβάσταχτα υψηλό κόστος ευκαιρίας.
Επιπρόσθετα, στην περίπτωση της Μεσογείου προκύπτει και μια διεθνοπολιτική εκδοχή της «ολλανδικής ασθένειας»: η σύγχρονη ιστορία της περιοχής αποδεικνύει ότι η προσέλκυση των υπερσυγκεντρωμένων εξορυκτικών κεφαλαίων δημιουργεί μοιραία εστίες διαμάχης και ανεξέλεγκτων συγκρούσεων με προφανή την οικουμενικής διάστασης, ανθρωπιστική και περιβαλλοντική διακινδύνευση.
Οι λαοί της Μεσογείου οφείλουν να αντιληφθούν τον μακροπρόθεσμα βιώσιμο δρόμο της μπλε οικονομίας ως την πραγματική εναλλακτική απέναντι στην εκθαμβωτική πρόκληση του «λαχείου» των αποθεμάτων καυσίμων. Διότι εν τέλει, ο πραγματικός πλούτος της Μεσογείου δεν είναι από κάτω της. Βρίσκεται στην ίδια την υπόστασή της.
[1]The Dutch Disease, 26/11/1977, The Economist, σελίδες. 82–83.
[2]Jagdish Bhagwati,. 1958,Immiserizing Growth: A Geometrical Note, Review of Economic Studies 25, σελίδες 201-205.
[3]WWFσεσυνεργασίαμετηνBostonConsultingGroup, 2017,Reviving the Economy of the Mediterranean: Actions for a sustainable future, http://d2ouvy59p0dg6k.cloudfront.net/downloads/reviving_mediterranean_sea_economy_full_rep_lowres.pdf.
[4]https://ec.europa.eu/maritimeaffairs/sites/maritimeaffairs/files/com-2017-183_en.pdf.
(πηγή: https://marketpost.gr)
Σοσιαλιστική Προοπτική
Σχετικά άρθρα
Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ
Διαβάστε...
Η COCA COLA ΠΡΟΩΘΕΙ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΣΤΟ ΠΑΣΟΚ;
Διαβάστε...
ΠΟΣΟΥΣ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥΣ ΑΝΤΕΧΕΙ ΕΝΑ ΚΟΜΜΑ;
Διαβάστε...