Ισχυρό χτύπημα κατά των δανειοληπτών επιφέρει ο Άρειος Πάγος, καθώς μόλις εννέα ημέρες μετά τη διάσκεψη της Ολομέλειας του, διέρρευσε σε όλα τα μέσα, παραβιάζοντας βάναυσα την αρχή της μυστικότητας, ότι το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας με συντριπτική πλειοψηφία (56-9), εξαΰλωσε την απόφαση του Α’ Τμήματος 822/2022 η οποία είχε κρίνει ορθά ότι οι servicers των funds δεν είχαν δικαίωμα νομιμοποίησης σε δικαστικές πράξεις και πλειστηριασμούς ως εκπρόσωποι των funds για την πλειονότητα των κόκκινων δανείων που μεταβιβάστηκαν με το νόμο 3156/2003 και όχι με το νόμο 4354/2015, που αφορούσε αμιγώς τα κόκκινα δάνεια και έθετε κάποια ελάχιστα προαπαιτούμενα.
Πρόκειται για την κατακρήμνιση του θεσμού της δικαιοσύνης στη συνείδηση του ελληνικού λαού ως θεματοφύλακα των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων του. Η τραγική αυτή διολίσθηση του Αρείου Πάγου υπέρ της τραπεζικής ασυδοσίας και των κερδοσκοπικών κορακιών, που απειλούν χωρίς αιδώ χιλιάδες δανειολήπτες και εποφθαλμιούν την ακίνητη περιουσία αυτών είχε δυστυχώς προαναγγελθεί με κυνικό τρόπο από την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος πριν λίγο καιρό (Δεκέμβριος 2022). Το επαρκώς αμειβόμενο σώμα των ανωτάτων δικαστών, που πλέον των άλλων είναι θωρακισμένο με πλήρη αυτονομία από το σύνταγμα με την απόφαση αυτή μετατράπηκε σε έναν από τους «χορηγούς» της κερδοσκοπικής τραπεζικής ασυδοσίας, δείχνοντας την έλλειψη ενσυναίσθησης των πραγματικών προβλημάτων χιλιάδων Ελλήνων, που προσέβλεπαν σε αυτό προκειμένου να έχουν ένα στήριγμα απέναντι στην επέλαση του τοκογλυφικού τραπεζικού κεφαλαίου και των εξαπτερύγων αυτού, που είναι τα διάφορα funds και οι servicers.
Βέβαια κυρίως υπεύθυνο για την τραγική εξέλιξη των κόκκινων δανείων στην Ελλάδα είναι το ανεπαρκές και εξαρτημένο πολιτικό προσωπικό εξουσίας που λειτουργεί διαχρονικά ως θεραπαινίδα του παρασιτικού τοκογλυφικού κεφαλαίου.
Έτσι, δώδεκα χρόνια από την οιονεί χρεωκοπία της χώρας το 2010 η πλειοψηφία των δανειοληπτών, συνεχίζει να καθεύδει στα έγκατα του Άδη. Πιθανόν, να πρόκειται για το μεγαλύτερο οικονομικό έγκλημα στην σύγχρονη ελληνική ιστορία. Μόλις η Ελλάδα μπήκε στο ευρώ το 2001, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα εκμεταλλευόμενο τη δυνατότητα να δανείζεται με πολύ χαμηλό επιτόκιο από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα τεράστια ποσά εξαπέλυσε δανειακή επίθεση στην ελληνική κοινωνία, που δεν είχε παιδεία δανειακής συμπεριφοράς, εντάσσοντας έτσι το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας σε αυτή τη μηχανή παραγωγής υπερκερδών των Τραπεζών. Έτσι, αυτές από τη μια πλευρά δάνειζαν το ελληνικό δημόσιο με πενταπλάσιο επιτόκιο από ότι δανειζόταν και με 20πλάσιο επιτόκιο τους Έλληνες πολίτες (καταναλωτικά δάνεια), δημιουργώντας ένα τεράστιο τοκογλυφικό δίκτυο, που συνεχίζει ως σήμερα να υφίσταται μέσω των funds.
Όταν σήμανε η ώρα της χρεωκοπίας το 2010 για την οποία σημαντικότατη ευθύνη είχαν οι ίδιες οι Τράπεζες με την προηγούμενη δεκαετή τους συμπεριφορά και η χώρα εισήλθε στις μνημονιακές προκρούστειες πρακτικές, το εξαρτημένο ελληνικό πολιτικό προσωπικό, αντί να φροντίσει να υπάρξει μια δίκαιη οικονομική και κοινωνική λύση του οξύτατου προβλήματος χιλιάδων δανειοληπτών, το μόνο που έκανε ήταν να ενισχύσει το τραπεζικό σύστημα με τρεις γενναίες κεφαλαιοποιήσεις, που ξεπέρασαν τα 100 δις ευρώ και τα οποία προστέθηκαν στο δημόσιο χρέος στις πλάτες του ελληνικού λαού, χωρίς καμία επίπτωση ή τιμωρία στους υπεύθυνους.
Το τι έπρεπε να γίνει για το θέμα αυτό, το καταδεικνύουν οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν στις Η.Π.Α. και την Ισλανδία, εκείνη την περίοδο της μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης των τοξικών ομολόγων του 2008. Καμία δεν επέτρεψε το πρόβλημα των κόκκινων δανείων να μετατραπεί σε οικονομική και κοινωνική «γάγγραινα», που δεκατρία χρόνια μετά την είσοδο της Ελλάδος στον μνημονιακό «ζουρλομανδύα» αποτελεί ένα εν εξελίξει ενεργό οικονομικό και κοινωνικό έγκλημα.
Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεσματικής αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων αποτελεί η Ισλανδία, η οποία πτώχευσε το 2010, εφαρμόζοντας την ορθολογική λύση με σπουδαία αποτελέσματα, αυτή του κουρέματος όλων των ληφθέντων έως τότε δανείων από τους πολίτες (κόκκινων και πράσινων), σε ποσοστό 30% έως 70%, με βάση την πτώση των τιμών των ακινήτων και της οικονομίας γενικότερα, σε συνδυασμό με την ατομική αγοραστική δύναμη των δανειοληπτών. Αυτό είχε ως συνέπεια την παροχή οξυγόνου στην κοινωνία, αλλά και στην οικονομία, η οποία κατάφερε να βγει από τη κρίση και την χρεοκοπία.
Στην Ελλάδα, αφού αφέθηκε το θέμα στον αυτόματο πιλότο με συνέπεια να μετατραπεί σε οικονομική γάγγραινα, αντί να υπάρξει έστω και αργά μια τέτοια γενναία και ορθολογική ρύθμιση, πραγματοποιήθηκε μια μεγαλύτερη εγκληματική μεθόδευση, που ήταν η πώληση των κόκκινων δανείων σε ξένα funds , υπόπτου προελεύσεως και λειτουργίας, όπου εμπλέκονται κερδοσκοπικά κεφάλαια, αλλά και μέλη των διοικήσεων των τραπεζών και ένας κύκλος αρπακτικών γύρω από αυτούς. Δηλαδή πωλήθηκαν σε αξία με 10-15% της τιμής του δανείου με τεράστιες απώλειες των τραπεζών, που θα μπορούσαν τουλάχιστον να εισπράξουν εάν πραγματοποίησαν οι ίδιες γενναίες ρυθμίσεις και κουρέματα 30% ως και 50% των δανείων (δεδομένου ότι τα πώλησαν σε εξευτελιστικές τιμές στα funds), και παράλληλα δημιουργήθηκαν μηχανισμοί συντριβής και εξαθλίωσης των δανειοληπτών και εξαύλωσης των κατοικιών τους, από αυτά τα funds, που θρασύτατα ζητούν όχι μόνο το κεφάλαιο , αλλά και τους ληστρικούς τόκους, ενώ έχουν πληρώσει μόλις του 10 ή 15% του αρχικού κεφαλαίου και τις περισσότερες φορές με δάνεια από τις ίδιες τις Τράπεζες!!! Πουθενά στο πλανήτη δεν μπορεί κανείς να υποδείξει ότι συντελέστηκαν τέτοιες καταστροφικές και ληστρικές πολιτικές.
Αποκορύφωμα αυτών των αθλιοτήτων που διαπράχθηκαν ήταν η μη ψήφιση καν της «ρήτρας προτεραιότητας» υπέρ του δανειολήπτη, την οποία σημειωτέον είχε ψηφίσει και εφάρμοσε η Κύπρος με την οποία θα μπορούσε ο κάθε δανειολήπτης να αγοράσει το δάνειο του σε λίγο μεγαλύτερη τιμή από αυτήν που θα το πωλούσε η Τράπεζα σε ξένα funds. Και ενώ πραγματοποιήθηκαν τα παραπάνω οικονομικά εγκλήματα στο ζήτημα των κόκκινων δανείων, διαχρονικά και διακομματικά, υπήρξε μια αχτίδα φωτός με την έκδοση της υπ' αρ. 822/2022 απόφασης του Αρείου Πάγου (Α2 Τμήμα), που έκρινε ορθώς ότι οι servicers των funds δεν έχουν την ενεργητική νομιμοποίηση να επισπεύδουν πλειστηριασμούς και γενικά να πράττουν πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης για λογαριασμό αυτών.
Το θέμα αυτό προέκυψε διότι το μεγαλύτερο μέρος των τιτλοποιήσεων και της πώλησης των δανείων έγιναν με το νόμο 3156/2003 και όχι με το νόμο 4354/2015 που αφορούσε αμιγώς τα κόκκινα δάνεια και έδινε δυνατότητα εκπροσώπησης των εταιρειών διαχείρισης σε ενέργειες αναγκαστικής εκτέλεσης. Ο λόγος, δε, που εφάρμοσαν οι τράπεζες το παλιό νομικό πλαίσιο ήταν για να αποφύγουν τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις που προέβλεπε ο νόμος 4354/2015 να στείλουν εξώδικη πρόσκληση στο δανειολήπτη πριν την πώληση του δανείου του στο ξένο funds, απλώς για να διακανονίσει την οφειλή του (και όχι να αγοράσει ο ίδιος το δάνειο σε αντίστοιχη τιμή, που συμφώνησε να πωληθεί σε fund) και αφετέρου να μην καταβάλουν τον προβλεπόμενο φόρο για τις εκχωρήσεις των δανείων. Για να αποφύγουν αυτές τις ελάχιστες προϋποθέσεις, οι ελληνικές Τράπεζες και το συνολικά διαπλεκόμενο σύστημα funds – εταιρειών διαχείρισης κατέφυγαν στον προηγούμενο νόμο, που ναι μεν δεν είχαν αυτές υποχρεώσεις, πλην όμως γνώριζαν ότι αυτός ο νόμος δεν έδιδε δικαίωμα διενέργειας δικαστικών ενεργειών στις servicers. Αυτό έκρινε ορθώς η ανωτέρω απόφαση του Αρείου Πάγου παρέχοντας έτσι μια αχτίδα φωτός για την προστασία των δανειοληπτών από τους μαζικούς πλειστηριασμούς.
Από την ημέρα όμως εκείνη η πίεση που ασκήθηκε από το τραπεζικό σύστημα και το διαπλεκόμενο σύστημα παρακμής στην Ελλάδα ήταν τεράστια απαιτώντας αρχικά αναδρομική νομοθετική ρύθμιση, κάτι που θα παραβίαζε ευθέως το Σύνταγμα. Για αυτό τελικά επελέγη η λύση της ολομέλειας του Αρείου Πάγου, η οποία στη πιο κρίσιμη ώρα για το κύρος της Δικαιοσύνης μετατράπηκε σε ένα απλό άθυρμα των κερδοσκοπικών συμφερόντων σε βάρος της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, στέλνοντας το θεσμό της Δικαιοσύνης στα τάρταρα στη συνείδηση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.
Ο Γεώργιος Παπασίμος είναι δικηγόρος Αθηνών