Οι εξελίξεις στην γειτονική Τουρκία και οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για την ειρήνη στην περιοχή, μας εξαναγκάζουν σε έναν γενικότερο αναστοχασμό επί των συνθηκών μιας εξαιρετικώς περίπλοκης και αντιφατικής γειτνίασης. Ωστόσο, εάν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς πρωτίστως προς εμάς τους ίδιους, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι μας λείπουν όλες εκείνες οι προϋποθέσεις για μια νηφάλια συζήτηση, η οποία θα παραμερίσει στερεότυπα, εμμονές και ιδεοληψίες και θα ανοίξει το δρόμο για μια “εφ΄ όλης της ύλης” συζήτηση των σχέσεων μας με την γειτονική χώρα.
Και για να συμβεί τούτο θα πρέπει να αποκαθάρουμε τη σκέψη μας από διάφορα εμπόδια: ανέδειξα ένα από αυτά υπό την ονομασία “νεοποντισμός”, πριν από πολλά χρόνια, σε ένα κείμενό μου στην επιθεώρηση πολιτισμού “Ένεκεν”. Στο συγκεκριμένο άρθρο με τον εύγλωττο τίτλο “Ασυναρτησίες εν ροή. Η Γενοκτονία των Εβραίων και η τραγωδία των λαών της Μικράς Ασίας” προσδιόρισα την “ιδιοτυπία του νεοποντιστικού επιχειρήματος” και επέστησα την προσοχή “στην ανιστόρητη ταύτιση του κεμαλισμού με το νατσισμό”. [ΕΝΕΚΕΝ, 2007, τχ. 7, σ. 46] Επέμενα στη διάκριση του κεμαλισμού από τον νατσισμό και επέκρινα την ταύτιση του Άουσβιτς με τα όποια έκτροπα, διωγμούς και σφαγές στο χώρο της Μικράς Ασίας, υπογραμμίζοντας στη μοναδικότητα του νατσισμού και της εγκληματικής του φύσης: “Οι διαρκείς, αδικαιολόγητες και αντιεπιστημονικές ταυτίσεις του κεμαλισμού με το χιτλερισμό, του Χίτλερ με τον Μουσταφά Κεμάλ, πλήττουν την ιστορική (και συμβολική) μοναδικότητα του Άουσβιτς και των άλλων στρατοπέδων εξόντωσης και “ιστορικοποιούν” την “εξαίρεση” του νατσισμού”. [ΕΝΕΚΕΝ, σ. 46] Οι αιχμές της επιχειρηματολογίας μου στρεφόταν κατά του Ελληνοαυστριακού ιστορικού Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, ο οποίος σε ένα άρθρο του, στην εφημερίδα “ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ” (17 Αυγούστου 1997), χρησιμοποίησε τον τίτλο “Άουσβιτς εν ροή” για να περιγράψει το είδος των εγκλημάτων που συντελέσθηκαν στην περιοχή του οθωμανικού Πόντου κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και του Ελληνοτουρκικού Πολέμου, ακυρώνοντας και μόνο με αυτόν τον ακραίο χαρακτηρισμό τους τη μοναδικότητα του Ολοκαυτώματος. Ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης προσχώρησε, όχι χωρίς κάποια ιδιοτέλεια, πολύ όψιμα στο νεοποντιστικό ιδεολόγημα περί γενοκτονίας των Ελλήνων της περιοχής του οθωμανικού Πόντου.Παρότι δεν υπάρχει καμία συγκριτική μελέτη στα ελληνικά για τις σχέσεις του κεμαλισμού-φασισμού-σοσιαλισμού, οι νεοποντιστές αναφέρονταν υποτιμητικώς στο φαινόμενο του κεμαλισμού, ως κεμαλοφασισμό και στον Μουσταφά Κεμάλ, ως σφαγέα των Ελλήνων. Ούτε και η άνοδος της νεοχιτλερικής συμμορίας στο προσκήνιο της πολιτικής μας ζωής, επέφερε κάποια αλλαγή στις ιδεοληπτικές και τυχοδιωκτικές προσεγγίσεις του ιστορικού φαινομένου του κεμαλισμού.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, κατά την οποία κάνει την πρώτη εμφάνισή του το νεοποντιστικό ρεύμα, στη δημοσιότητα της χώρας έως και σήμερα, φαίνεται ναέχει παγιωθεί μια στεγανή αφήγηση, η οποία δεν επιτρέπει το διάλογο, εχθρεύεται ανοικτά τις όποιες επιστημονικές αντιρρήσεις και προσπαθεί να αποκλείσει – με μεγάλη επιτυχία έως τώρα – από το δημόσιο λόγο κάθε διαφορετική άποψη επί του συγκεκριμένου ζητήματος. Η ταύτιση του κεμαλισμού με τον νατσισμό οφειλόταν και οφείλεται αφενός στην πλήρη άγνοια της διεθνούς επιστημονικής συζητήσεως επί συναφών ζητημάτων και από την άλλη στη μόνιμη προσπάθεια στιγματισμού του κεμαλισμού ως “φασιστικής” ιδεολογίας: εξ ου και ο νεολογισμός της νεοποντιστικής ιδιολέκτου – “κεμαλοφασισμός”.
Τα επόμενα έτη είναι γεμάτα επετείους “εκατονταετηρίδων”: η εκστρατεία στην Ουκρανία, η προσπάθεια ίδρυσης ποντιακού κράτους, η απόβαση ελληνικών στρατευμάτων και η κατοχή της Σμύρνης, η δίκη της Αμάσειας, η συνθήκη των Σεβρών, η καταστροφή της Σμύρνης, η συνθήκη της Λωζάννης. Μια απέραντη terraincognita της ελληνικής ιστοριογραφίας.
Στη συνέχεια θα παραθέσω ένα απόσπασμα, χωρίς τις υποδείξεις των σημειώσεων, από ένα βιβλίο, αναφορικά με τον κεμαλισμό, το φασισμό και τον σοσιαλισμό. Το παράθεμα αφορά στην συγκρότηση και δράση των μουσουλμάνων ατάκτων μετά την απόβαση και κατοχή της δυτικής Μικράς Ασίας από τον ελληνικό στρατόκαι στο φαινόμενο των διώξεων, ένθεν και ένθεν:
“Επιπροσθέτως οι βιαιότητες των ελληνικών στρατευμάτων στον μουσουλμανικό πληθυσμό οδήγησαν τους Τούρκους στην αγκαλιά των ομάδων των ατάκτων. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος αποκάλυπτε σε τι αφορούσε η κατάσταση, όταν απευθυνόταν στους στρατιώτες του, οι οποίοι φόνευαν και πυρπολούσαν: “Δείχνετε ποια είναι η θέση μας, εμάς των Ελλήνων (…) χύσατε το αίμα σας, το ακριβό ελληνικό αίμα, για να απελευθερώσετε τους σκλαβωμένους αδελφούς σας και να επαναφέρετε τον πολιτισμό”. Οποία αντιστροφή των στερεοτύπων πολιτισμού, όταν ο Τούρκος Μουσταφά Κεμάλ κατηγορούσε τους Έλληνες της ευρωπαϊκής πλευράς δικαίως για >βαρβαρότητα και αγριότητα<. >Σκέπασαν τη χώρα μας με φωτιά και ξίφος, δολοφόνησαν τον άοπλο πληθυσμό και ακόμη και εκείνους που δε μπορούσαν να φέρουν όπλα<. Η αποτέφρωση ολόκληρων πόλεων, η λεηλασία και ο φόνος επακολούθησαν κατόπιν διαταγής των Ελλήνων διοικητών από ειδικά τμήματα. Τα ελληνικά στρατεύματα έκαμαν εθνοκάθαρση σε μια περιοχή, στην οποία οι Έλληνες αποτελούσαν το 14% του πληθυσμού. Περίπου 1,2 εκατομμύρια μουσουλμάνοι διέφυγαν από την Θράκη και την Δυτική Ανατολία [σ.σ. Δυτική Μικρά Ασία] προς την ανατολή.Ο Άρνολντ Τόιμπι περιέγραψε ως αυτόπτης μάρτυρας τις συνέπειες της βίας. Αυτός μιλούσε για “warofextermination”. Αυτό που συμβαίνει στην Δυτική Ανατολία, χλευάζει [περιφρονεί] κάθε περιγραφή, έγραφε ο σοβιετικός στρατηγός Frunze σε μια ταξιδιωτική αναφορά του τον Νοέμβριο/Δεκέμβριο 1921. >Οι Έλληνες καταστρέφουν συστηματικά όλο τον τουρκικό πληθυσμό στα βιλαέτια Σμύρνης και Προύσας. Σε μερικές περιοχές δεν έχουν απομείνει από έναν πληθυσμό από κάποτε 90-100.000 παρά μόνο μερικές χιλιάδες. Ολόκληρες πόλεις για παράδειγμα το Αϊδίνιο, από τον τουρκικό πληθυσμό που κάποτε περιλάμβανε 50.000 άτομα, έχουν απομείνει μόνο μερικές εκατοντάδες. Οι υπόλοιποι δολοφονήθηκαν ή εκδιώχθηκαν<. Σε εγκυκλίους της Μοσχοβίτικης επιτροπής για τις υποθέσεις του εξωτερικού μπορεί κανείς να διαβάσει, ότι οι Έλληνες περιφρονούσαν το διεθνές πολεμικό δίκαιο με τον “πιο άγριο τρόπο”. >Ο μουσουλμανικός κόσμος θα πρέπει να βγάλει το συμπέρασμα, ότι οι ευρωπαϊκές μορφές διοίκησης βασίζονται εξίσου στη βία όπως και οι τουρκικές<. Πράγματι: οι ρωσικές πηγές βιαζόταν να υποδείξουν, ότι και η τουρκική πλευρά δε συμπεριφερόταν διαφορετικά από την ελληνική. >Χωρίς εξαίρεση όλοι οι λαοί, που κατοικούν στη σημερινή Τουρκία, εφαρμόζουν τις ίδιες μεθόδους για την επίλυση του εθνικού ζητήματος΄ αυτή είναι πολύ απλή: γίνεται μέσω της γενικής εξολόθρευσης του αντιπάλου<. Αυτή η φράση του Frunze παρέβλεψε μια σημαντική μειονότητα: Οι Εβραίοι δεν παίρνουν μέρος στις γενικές σφαγές. Αυτοί ήσαν τα θύματα: Από πηγές, οι οποίες όμως δεν είναι ασφαλείς, προκύπτει, ότι στην κατακτημένη από τους Έλληνες περιοχή της Ανατολίας πάνω από το μισό των Εβραίων είτε δολοφονήθηκαν, είτε εκδιώχτηκαν.
Οι άτακτοι άρχισαν τον αγώνα εναντίον του προελαύνοντος ελληνικού στρατεύματος τον Μάιο του 1919. Συγκεντρώθηκαν σε μονάδες μερικών χιλιάδων ανδρών. Άτακτοι μάχονταν όμως και με το kuva-i-milliye (εθνικές στρατιωτικές δυνάμεις), όπως ονομαζόταν ο τακτικός στρατός των εθνικιστών. Στον πόλεμο εναντίον των Αρμενίων στους τελευταίους μήνες του έτους 1920 σχημάτιζαν μια “σημαντική δύναμη”, γιατί μαζί τους συνδέθηκαν και πολλοί μουσουλμάνοι. Αιτία ήταν το γεγονός, ότι το αρμενικό εθνικό κίνημα εκδίωκε τους μουσουλμάνους και είχε οργανώσει πογκρόμ. Η αριθμητικώς μικρή πληθυσμιακή ομάδα των μουσουλμάνων Λαζών, που μιλούσαν μια γεωργιανή διάλεκτο και οι οποίοι κατοικούσαν στην Μαύρη Θάλασσα, στην περιοχή της Τραπεζούντας, είχε ένα μεγάλο ποσοστό σε ατάκτους. Αυτό το γεγονός εξηγείται από το δεδομένο, ότι οι Λαζοί ερχόταν αντιμέτωποι με τις αυτονομιστικές τάσεις των άμεσων γειτόνων τους, των Ελλήνων του Πόντου. Οι αντάρτες βοήθησαν πέραν τούτου, να ματαιωθεί ο από τους νικητές του πολέμου διατεταγμένος αφοπλισμός του οθωμανικού στρατού, ενόσω έθεσαν υπό τον έλεγχό τους ολόκληρες αποθήκες όπλων και τη μεταφορά των όπλων. Ο αριθμός των ανταρτών στην Ανατολία υπολογιζόταν από τους Έλληνες σε περίπου 40.000. Εδώ αυτό όμως πρέπει να αφορά τους αντάρτες που μπορούσαν να καταγραφούν στο μέτωπο της δυτικής Ανατολίας, στους οποίους θα έπρεπε να προστεθούν εκείνοι της βόρειας και της ανατολικής Ανατολίας. Μάλιστα υπήρχαν από την πλευρά των κεμαλιστών ακόμη και ομάδες ανταρτών, που αποτελούνταν μόνο από γυναίκες και ευρισκόταν κάτω από τις διαταγές μιας γυναίκας”.[Stefan Plaggenborg, Ordnung und Gewalt. Kemalismus-Faschismus- Sozialismus, Μόναχο 2012, σ.223-225 (η μετάφραση δική μου)]
Δε θα σχολιάσω όλα τα σημεία του παραθέματος, ούτε και τις πηγές στις οποίες ανατρέχει ο συγγραφέας της μελέτης: παραμένω μόνο στην αναφορά του στον Βρετανό ιστορικόArnoldToynbee και στον ισχυρισμό του περί “warofextermination” στον οποίο προέβησαν οι Έλληνες στην περιοχή της Δυτικής Μικράς Ασίας. Στο βιβλίο του Κώστα Φωτιάδη, “Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου”, το οποίο υποτίθεται “αποδεικνύει” τη γενοκτονία εις βάρος των Ρωμιών του Πόντου, ο άγγλος ιστορικός αποκαλείται “αργυρώνητος”, υποβιβάζεται δηλαδή σε ανάξιο -από ηθικής πλευράς- λόγου επιστήμονα, και έτσι παρακάμπτεταιένα σημαντικό ερώτημα, το οποίο θα έθετε κάθε έντιμος μελετητήςτων ιστορικών γεγονότων της εποχής και της ευρύτερης συνάφειάς τους: διέπραξε ή δε διέπραξε ο ελληνικός στρατός τέτοιας εκτάσεως εγκλήματα;Ο Κώστας Φωτιάδης, απαλλάσσει εαυτόν από τη βάσανο της έρευνας με τη χυδαία μομφή του “αργυρώνητου” προς τον ArnoldToynbee, αποσιωπώντας συγχρόνως ότι αναφέρεται σε έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ιστορικής επιστήμης κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Η ύβρις προς τον Toynbee και προς την ιστορική επιστήμη, ωστόσο, δε σημαίνει ότι εξαφανίζεται από το προσκήνιο το ερώτημα, όπως δεν εξαφανίζεται και η συνάφεια της ελληνικής κατοχής στη Δυτική Μικρά Ασία με το κίνημα και τη βία του κεμαλισμού στην υπόλοιπη Μικρά Ασία.
Κάθε ερώτημα ανοίγει νέους ορίζοντες στην έρευνα και μας παρέχει πληρέστερη κατανόηση όσων συνέβησαν. Εκτός εάν στόχος του μελετητή δεν είναι η διαύγαση των διαφόρων συναφειών, η ένταξή τους σε ένα ευρύτερο πλαίσιο ερμηνείας και, εν τέλει, η όποια κατανόησή τους, αλλά ο στιγματισμός του αντιπάλου στο πλαίσιο μιας στρατευμένης μεροληψίας εθνοκεντρικού τύπου. Σήμερα με την άνοδο του ισλαμικού αναθεμελιωτισμού και στην Τουρκία, η έντιμη αντιμετώπιση του κεμαλισμού ως ιστορικού φαινομένου, είναι προϋπόθεση για κάθε ρεαλιστική στάση απέναντι στους γείτονες μας: το ερώτημα αναφορικά με το ποια Τουρκία επιθυμούμε να έχουμε απέναντί μας συνδέεται άμεσα με την ερμηνεία του κεμαλικού φαινομένου και καθορίζει τη στάση μας απέναντι στην διατήρηση ή όχι του κοσμικού χαρακτήρα του τουρκικού κράτους.
Σε αυτή την κατεύθυνση δε συμβάλλει ούτε η χρήση ψευδεπίγραφων όρων, όπως “κεμαλοφασισμός”, ούτε και η αντιεπιστημονική και άστοχη ρητορεία περί γενοκτονίας: χωρίς, βεβαίως, αυτό να σημαίνει ότι πρέπει, για διάφορες σκοπιμότητες “φιλίας και καλής γειτνίασης”, να αποσιωπούνται τα όποια εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας συντελέστηκαν εκείνη την έκρυθμη περίοδο της κοινής ιστορίας των δύο λαών.Σε κάθε περίπτωση το ζήτημα πρέπει να περάσει από τα “χέρια” των λογής-λογής απατεώνων που συνωστίζονται σε πολιτιστικούς συλλόγους, σε πολιτικά κόμματα και, εσχάτως λίαν εντόνως, γύρω από οικονομικώς ισχυρούς επιχειρηματίες ποντιακής καταγωγής,στους καθ΄ ύλην αρμόδιους επιστήμονες. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει στα ελληνικά καμία επιστημονική μελέτη επί του συγκεκριμένου ζητήματος. Αντιθέτως, κυκλοφορούν εκατοντάδες συμπιληματογραφίες, έργα εμπειροτεχνιτών ιστοριοδιφών, μεταξύ αυτών και κάποιοι που σταδιοδρόμησαν ως πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, και διάφορων αυτοδίδακτων “ιστορικών”, στις οποίες αναπαράγονταιστερεότυπα και κοινοί τόποι του ατεκμηρίωτου επιστημονικώς ισχυρισμού περί γενοκτονίας.
To παρών άρθρο απηχεί τις απόψεις του συγγραφέα και όχι της Σοσιαλιστικής Προοπτικής.