ΑΠΟ ΤΟ βράδυ της πρώτης εκλογικής αναμέτρησης, για την ανάδειξη νέου/νέας προέδρου στον ΣΥΡΙΖΑ, κάποιοι καταλήφθηκαν από ηθικό πανικό και επιχείρησαν να δημιουργήσουν ένα χωλό αφήγημα περί “μεταπολιτικής”. Προφανώς ήταν μια “συζήτηση” που απασχολούσε στενούς κύκλους, πολιτικών και οργανικών διανοούμενων της Αριστεράς, στην Αθήνα, ήδη από την πρώτη δημοσίως διαφαινόμενη τάση ενδυνάμωσης της υποψηφιότητας του Στέφανου Κασσελάκη.
ΑΜΕΣΩΣ επελέγη η στρατηγική μιας ερμηνευτικής υποψιών και της θυματοποίησης ενός ολόκληρου πολιτικού χώρου, και κατ΄ επέκταση και των “νομιμοποιούμενων κληρονόμων” του, για να δικαιολογηθεί η ήττα. Δεν εμφανίστηκε καν το στοιχείο της αυτοκριτικής, αλλά επιλέχθηκε η δαιμονοποίηση, όχι μόνο του αντιπάλου, αλλά και των ίδιων των γεγονότων με την επίκληση στην “μεταπολιτική”. Η τελευταία, σύμφωνα με τις πρώτες δημόσιες δηλώσεις από την πλευρά των ηττημένων, εισέβαλε και σε χώρους της πολιτικής Αριστεράς, τους οποίους εθεωρούσε η κομματική νομενλατούρα ως ιδεολογικός κλειδοκράτοράς της, απρόσβλητους.
ΕΤΣΙ στον χώρο της ευρύτερης Αριστεράς προέκυψε, αλλά και υποδαυλίστηκε, μια συναισθηματική αναστάτωση και αμηχανία εξ αιτίας της απρόσμενης έκβασης της εκλογικής αναμέτρησης. Γράφηκαν και ειπώθηκαν πολλά, ακόμη περισσότερα συζητούνταν και συζητούνται κατ΄ ιδίαν και τα πιο κρίσιμα ψιθυρίζονταν και ψιθυρίζονται χαμηλόφωνα και εμπιστευτικά.
Η ΠΡΩΤΗ μου παρατήρηση προς τους επιστήμονες και δευτερευόντως προς την σαστισμένη και αμήχανη εσωκομματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ είναι πρακτικού μεθοδολογικού τύπου.
ΕΑΝ θεωρεί κάποιος ή κάποια ότι η εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι εκδήλωση “μεταπολιτικής” στον ελληνικό χώρο έχει όλη την ευχέρεια να προσεγγίσει τα δεδομένα της εκλογικής αναμέτρησης και να προχωρήσει στην επιστημονική ανάλυση και ερμηνεία τους, με όποια επιστημονική μεθοδολογία ο ίδιος, η ίδια προτιμά. Αρχίζοντας από τα πιο απλά. Στα ηλεκτρονικά αρχεία του κόμματος είναι καταγραμμένα τα δεδομένα των εκλογέων. Εικάζω ότι μπορεί να ανιχνευθεί ηλεκτρονικά και όλη η ροή της προσέλευσης στην κάλπη για να προσεγγιστούν και τα φαινόμενα που σχετίζονται με τη λειτουργία των νέων μέσων.
ΜΙΑ πρώτη ανάλυση των δεδομένων θα μας διαφώτιζε για τα χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων στην εκλογική διαδικασία: τα πολιτικά, τα κοινωνικά, τα ηλικιακά, τα γεωγραφικά, τα έμφυλα, τα μορφωτικά κ.ο.κ. Η συγκεκριμένη εκλογική διαδικασία μπορεί να αποτελέσει ένα case study με αποτελέσματα τα οποία εκτιμώ ότι ενδιαφέρουν και τη διεθνή επιστημονική κοινότητα.
ΑΠΟ την άλλη οι προκατασκευασμένες ερμηνείες και η πρόωρη προσπάθεια επιβολής στη δημόσια συζήτηση “απόψεων” με έντονο το στοιχείο του υποκειμενικού κινήτρου, δυσχεραίνουν μια τέτοια διαδικασία διεθνοποίησης της ελληνικής επιστημονικής γνώσης, αλλά συγχρόνως αποτελούν τα ίδια αντικείμενα μελέτης.
ΕΧΩ εδώ, υπ΄ όψη μου, το βιβλίο του πανεπιστημιακού, δικηγόρου και συγγραφέα Ξενοφώντος Κοντιάδη: ένα “επιστημονικό” φαινόμενο για το “φαινόμενο Κασσελάκη”. Επειδή ετοιμάζω μια εμπεριστατωμένη κριτική του συγκεκριμένου πονήματος για την σελίδα μου (“Ομηρικοί λόγοι”) στο facebook δεν θα επεκταθώ στα επιμέρους του συγκεκριμένου κειμένου.
ΣΗΜΕΙΩΝΩ μόνο ότι η πρόωρη κατάληψη του δημόσιου χώρου και του δημόσιου λόγου από παρόμοιες ερμηνευτικές πρακτικές αποσκοπεί περισσότερο στον στιγματισμό του αντικειμένου της υποτιθέμενης μελέτης και λιγότερο στην κατανόησή του.
Ο Ξενοφών Κοντιάδης, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και όσοι ακολουθούν αυτή την πρακτική είναι πολιτικοθεωρητικοί prosumer : καταναλωτές των θεωρήσεων που παράγουν οι ίδιοι. Ένα είδος φαύλου κύκλου αυτοεπιβεβαίωσης μέσω των παραγόμενων ψευδερμηνειών. Ερμηνειών οι οποίες προέρχονται από το κίνητρο της προσέγγισης στα δεδομένα και όχι από την προσπάθεια αμερόληπτης προσέγγισής τους.
ΣΤΟΝ Ευκλείδη Τσακαλώτο εκδηλώνεται με μια επιθετική και χυδαία μνησικακία, στην περίπτωση του Ξενοφώντος Κοντιάδη, ως επίφαση επιστημονικής σοβαρότητας. Δια τούτο θεωρώ την δεύτερη περίπτωση πιο επικίνδυνη, επειδή, ακριβώς, αποπροσανατολίζει τη δημόσια συζήτηση και προκαταλαμβάνει χώρους της έρευνας με προκατασκευασμένες απαντήσεις. Το κίνητρο του Ευκλείδη Τσακαλώτου είναι ευανάγνωστο και για τους απλούς πολίτες, του επιστήμονα και συγγραφέα, είναι δυσδιάκριτο και συγκαλυμμένο. Ο Ξενοφών Κοντιάδης φενακίζει την πραγματικότητα, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν μπορεί να διαχειριστεί τον ψυχισμό του.
ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ: είναι ευκαιρία για ένα case study, το οποίο θα είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον και για τη διεθνή βιβλιογραφία. Όρεξη για δουλειά να υπάρχει και ενδιαφέρον για την επιστήμη και την γνώση. Φυσικά και επιστημονικές ικανότητες, όχι μόνο των μεμονωμένων πανεπιστημιακών, αλλά όλης της επιστημονικής κοινότητας στο χώρο των θεωρητικών επιστημών.
ΕΥΚΑΙΡΙΑ να ξεφύγουν από τον φλύαρο φορμαλισμό διαφόρων κοινότοπων γενικολογιών, που βασίζονται, στην καλύτερη περίπτωση, σε άκριτες αντιγραφές ξένων προτύπων ανάλυσης, στη χειρότερη και πιο συνηθισμένη, στην κλεψιλογία και στην απόκρυψη των πηγών και αναγνωσμάτων τους. Τα υπόλοιπα περί μεταπολιτικής είναι προφάσεις για να μην εξεταστεί το “φαινόμενο”, απροκατάληπτα και με την δέουσα επιστημονική ακρίβεια. Ας επιλέξουν μέθοδο και τρόπο προσέγγισης του ζητήματος και ας στρωθούν στη δουλειά.
ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ έχει πολλές πτυχές και μπορεί να είναι έναυσμα για έρευνες σε πολλά πεδία του επιστημονικού ενδιαφέροντος. Ο ρόλος του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι ένα από τα πεδία που χρήζουν συνεχούς, ιδιαίτερης και διεξοδικής έρευνας, όχι μόνο εξαιτίας της υποκειμενικής επιστημονικής περιέργειας και του επιστημονικού ενδιαφέροντος, αλλά και για την τεράστια σημασία τους στην ψηφιακή εποχή μας
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ την περίφημη “μεταπολιτική”: Ο όρος δεν χρησιμοποιείται από τους πολιτικούς αντιπάλους του Στέφανου Κασσελάκη ως επιστημονική αναλυτική κατηγορία, αλλά ως έννοιας μάχης (Kampfbegriff) με απώτερο σκοπό τον πολιτικό στιγματισμό του. Μια παράδοση με την οποία είναι εξοικειωμένη ολόκληρη η κομμουνιστογενής, αλλά και, γενικώς, η λαϊκή σοσιαλιστική Αριστερά.
Η ΕΠΟΜΕΝΗ ημέρα της διάσπασης του Κομμουνιστικό Κόμματος (1968) δύναται να εξιστορηθεί και μέσα από τις λέξεις κλειδιά με τις οποίες προσπαθούσε η μία πλευρά να στιγματίσει και να απαξιώσει την άλλη. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, παρά τις οικογενειακές καταβολές του, φαίνεται ότι μιμείται την αριστερή πολιτική παράδοση στα χειρότερά της.
ΔΕΝ ΘΑ επεκταθώ, διότι επί της “μεταπολιτικής” έχει προβεί, δημοσίως, ο Αντώνης Λιάκος σε μερικές καίριες και εύστοχες παρατηρήσεις. Θα επανέλθω σε αυτό το ζήτημα στην κριτική μου στο βιβλίο του Ξενοφώντος Κοντιάδη’ εδώ θα με απασχολήσει ένα κρίσιμο πολιτικό ζήτημα, εκείνο της χρήσης των νέων μέσων στην πολιτική. Συγκεκριμένα το ερώτημα: είναι a priori καταδικαστέα και μη-πολιτική η χρήση των εκάστοτε νέων μέσων επικοινωνίας;
ΑΠΟ ΤΗΝ ιστορία του νεωτερικού κόσμου γνωρίζουμε ότι η πολιτική και κοινωνική εξέλιξη συναρτάται άμεσα με την εμφάνιση των εκάστοτε νέων μέσων. Αυτό δεν αφορά μόνο το επικοινωνιακό σκέλος, αλλά και την “ουσία” της πολιτικής, που επικαλείται ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και οι υπόλοιποι τεχνοπουριτανοί Αριστεροί.
ΠΑΝΤΟΤΕ στην πολιτική ιστορία, εκείνος που χειριζόταν αποτελεσματικά τα νεότερα μέσα είχε ένα προβάδισμα έναντι των αντιπάλων του. Τούτο το γεγονός θεωρητικώς “κουμπώνει” με την γκραμσιανή έννοια της ηγεμονίας, η οποία είναι και ένας καλός τρόπος για να προσεγγίσει κανείς τον κόσμο των σύγχρονων μέσων. Αυτό το κάνουν ξένοι αστοί και συντηρητικοί θεωρητικοί, φυσικά και ξένοι αριστεροί θεωρητικοί, αλλά δεν το κάνουν οι δικοί μας αριστεροί διανοούμενοι και πανεπιστημιακοί.
ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ φαίνεται πως έχουν εσωτερικοποιήσει, αφομοιώσει και αφομοιωθεί στην ηττοπάθεια του Τhere Ιs No Alternative (της περίφημης νεοφιλελεύθερης ΤΙΝΑ), η οποία αποτελεί και την βασική αφετηρία της σκέψης τους. Εκ τούτου εξηγείται και η σφοδρότητα με την οποία αντέδρασαν και αντιδρούν όλοι και όλες τους στην τοποθέτηση του Στέφανου Κασσελάκη, ότι μπορεί να νικήσει τον αντίπαλό του στις επόμενες εκλογές. Και, φυσικώς, εκείνη η αντιπολιτική και αντιδραστική φλυαρία περί “κυβερνητισμού”.
Η ΠΡΟΧΕΙΡΗ ετικέτα της μεταπολιτικής φανερώνει κρίσιμες αδυναμίες της οργανικής διανόησης της ελληνικής Αριστεράς, αλλά ακόμη περισσότερο της σύνολης ελληνικής επιστημονικής κοινότητας. Δυστυχώς, από τούτο το ανερμάτιστο συνονθύλευμα της ελληνικής επιστημονικής δημοσιότητας αλιεύουν και οι φουκαράδες ιδεολόγοι των κομμάτων τα επιχειρήματά τους. Προκατασκευασμένα επιχειρήματα, μασημένη τροφή, για όσους και όσες θέλουν να βολευτούν στην πολιτική νωθρότητά τους και να περιοριστούν στο ατομικό συμφέρον τους. Άκοπα και χωρίς καμία προσωπική θυσία.
ΕΤΣΙ όταν συμπίπτει ο θεωρητικός και ο πολιτικός στο ίδιο πρόσωπο, όπως στην περίπτωση του Ευκλείδη Τσακαλώτου, η πολιτική τερατουργία είναι προ των πυλών: η αλαζονεία έρχεται να συναντήσει τη μεταφυσική υποκρισία και παράγεται εκείνη η αντικοινωνική μνησικακία που παρακολουθούμε όλες αυτές τις ημέρες στο θέατρο του παραλόγου που έχει στήσει στη δημοσιότητα ο ηττηθείς και η παρέα του.
ΠΟΙΟΣ είναι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ο Β΄ που σηκώνει το δάκτυλο σε όλον τον κόσμο της Αριστεράς; Ας εξηγήσει ο ίδιος δημοσίως τι θεωρεί “ουσία” της πολιτικής για να κάνουμε μια αρχή. Δεν μπορεί μέσα σε ένα δεκαήμερο να έχουν εκτοξευτεί εναντίον ενός δημοκρατικώς εκλεγμένου προέδρου αλλεπάλληλες ύβρεις και μισές αλήθειες, από ηγετικά στελέχη του κόμματός του με τα οποία καλείται να συμπορευτεί, για να τρωθεί η δημόσια εικόνα και το όποιο κύρος του.
ΝΑΙ ΡΕ, ΠΑΟΚ… Ναι ρε, δεν πρέπει να δαιμονοποιείται το κεφάλαιο, ένα μέσο είναι… Αυτό το αντιλαμβάνεται και ο πιο αφελής αναγνώστης ενός εκλαϊκευμένου κειμένου πολιτικού αγώνα, όπως το Κομμουνιστικό Μανιφέστο… Και έρχονται τώρα οι έχοντες προσωπικό κίνητρο και συμφέρον να προσπαθούν να παγιδεύσουν τον κόσμο της Αριστεράς σε αδιέξοδα ψευδοδιλήμματα, θεωρώντας ότι όλοι και όλες στον ευρύτερο χώρο είναι μισογραμματισμένοι, ανίδεοι και ανυποψίαστοι…
ΣΤΗΝ πολιτική η ήττα είναι επώδυνη, η γελοιοποίηση εξοντωτική. Όποιος δεν μπορεί να διαχειριστεί μια ήττα δεν κάνει ούτε για πρόεδρος συνοικιακού ποδοσφαιρικού σωματείου γ΄ ερασιτεχνικής κατηγορίας.
Ο Όμηρος Ταχμαζίδης είναι οργανωτικός γραμματέας της ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗΣ (www.sopro.gr)