Στο Νότο και στο Βορρά της Ευρώπης η Αριστερά σε όλες της τις εκφράσεις, επιχειρεί να βρει έναν καινούργιο ορισμό της Δημοκρατίας, και μια νέα στρατηγική πρόταση με αναφορά το μέλλον. Μπροστά σε ένα σκοτεινό μέλλον και μια βέβαιη εκλογική συντριβή στην Ελλάδα, ο Τσίπρας θα επιχειρήσει να διευρύνει το εσωκομματικό του ακροατήριο, εντάσσοντας στις γραμμές του στελέχη αμφίβολης ιδεολογίας και πολιτικής αξίας. Αναμφισβήτητα ο φόβος της διαφαινόμενης εκλογικής ήττας, τα χαρακτηριστικά της οποίας θα είναι στρατηγικά, θα καθορίσει τις επιλογές του. Όμως οι εκλογές που θα μετατρέψουν τον ΣΥΡΙΖΑ σε οδυνηρή ανάμνηση είναι κοντά.
Η Δεξιά αντιγράφοντας το διαχρονικό συντηρητικό και αυταρχικό εαυτό της είναι προ των πυλών. Και η Δημοκρατία; Και η Αριστερά; Μπορεί άραγε να διαμορφωθεί μια νέα κοινωνικοπολιτική βάση της Δημοκρατίας; Και η Αριστερά στις αντίξοες για την ίδια συνθήκες μπορεί να αναγεννηθεί ή έχει ηττηθεί οριστικά; Ποιες είναι οι σύγχρονες συντεταγμένες της, υπάρχουν και μπορούν να την οδηγήσουν στην αναγέννηση και στο μέλλον. Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό και δεν εκφράζει μόνο την αγωνία της εγχώριας Αριστεράς. Είναι πανευρωπαϊκό, ενώ η κυριαρχία της Αριστεράς είναι δύσκολα ανατάξιμη.
Το θέμα επομένως δεν είναι να επινοήσουμε έναν καινούργιο ορισμό για τη Δημοκρατία, αλλά να ανακαλύψουμε και να αναδείξουμε την πραγματική της ουσία και να την κάνουμε πραγματικότητα. Να περάσουμε δηλαδή, από την αστική Δημοκρατία σε μια εξ ολοκλήρου ανθρώπινη Δημοκρατία, από την παρηκμασμένη και διαμεσολαβητική στην άμεση Δημοκρατία.
Ασφαλώς και δεν αρκεί η δημοσιοποίηση προθέσεων για την αντικατάσταση της απαξιωμένης και παρηκμασμένης πολιτικής τάξης, με μια νέα πολιτική, οραματική ιδέα, που θα σηματοδοτήσει την αναγκαία, ριζοσπαστική, δημοκρατική, σοσιαλιστική και πατριωτική ουτοπία.
Θα απαιτηθεί αντίθετα μια βασανιστική, υπεύθυνη, επίμονη και τολμηρή προσπάθεια την οποία πρέπει να οργανώσουμε. Αυτός είναι ο ρόλος μας. Αυτός είναι ο δρόμος μας. Αναφορά μας είναι το μέλλον. Μια στέρεη συμμαχία με κοινωνικά αυτοδιαχειριστικά, αυτοοργανωμένα και αυτοκαθηγούμενα κινήματα που γεννώνται, αναπτύσσονται και δρουν μακριά από φθαρμένα και απαξιωμένα συστήματα εξουσίας, μπορεί να διασφαλίσει τις απαραίτητες εγγυήσεις για την επιτυχία μιας πολιτικής πρότασης που θα αποσπάσει την κοινωνία από την περιθωριοποίηση και την αδράνεια που θα την εμπνεύσει και θα την οδηγήσει στο μέλλον.
Η επαναφορά της ανόθευτης δημοκρατίας είναι και όρος και προϋπόθεση. Μέσα στο ρευστό πολιτικό κλίμα που αποτελεί το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της περιόδου που διανύουμε, η δημοκρατία αναζητάει ψηλαφιστά το μελλοντικό της πρόσωπο. Το δικό μας χρέος είναι να την επαναθεμελιώσουμε σε στέρεες βάσεις, σε τέτοιες βάσεις που θα αποτρέπουν μελλοντικές απόπειρες για υπονόμευσή της.
Η συγκρότηση ενός παλλαϊκού, δημοκρατικού, σοσιαλιστικού και πατριωτικού μετώπου που θα συσπειρώνει, θα εμπνέει και θα κινητοποιεί τις κοινωνικές δυνάμεις και ιδιαίτερα τον κόσμο της εργασίας, που αποτελεί τη μαχόμενη πρωτοπορία του, είναι όσο ποτέ αναγκαία.
Υποστηρίζω με το αναγκαίο πάθος αυτή την ιδέα, γιατί δεν είναι καθόλου υπερβολικό να πούμε, ότι η υποχώρηση της δημοκρατίας και η παρακμή του Κοινοβουλευτισμού στη χώρα μας οφείλεται στην απουσία ενός ισχυρού πατριωτικού σοσιαλιστικού κινήματος και στην πλήρωση της πολιτικής σκηνής από ένα πολιτικό προσωπικό που δεν διακρίνεται ούτε για την παιδεία του, ούτε για την ιδεολογική του καθαρότητα, ούτε για την ιστορική του συνείδηση, ούτε για τη συνέπεια και την ευαισθησία του. Και ενώ η κοινωνία δυσανασχετεί με την αστάθεια, την ανεπάρκεια, την ανευθυνότητα και την ανικανότητα του κοινοβουλευτικού συστήματος, στο παρασκήνιο και στη σκιά ελιτιστές διαφόρων αποχρώσεων και τεχνοκράτες σχεδιάζουν απολιτικές λύσεις με απολιτικά σχήματα. Το σχετικά πρόσφατο παρελθόν προσέφερε στη σύγχρονη πολιτική ιστορία αρκετά τέτοια παραδείγματα.
Ως σοσιαλιστές, επομένως, οφείλουμε να ξαναστήσουμε τα θεμέλια της δημοκρατίας στη Χώρα μας, διεκδικώντας εκείνα τα πολιτικά, δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα, τα οποία οι εν’ αποσυνθέσει πολιτικές δυνάμεις αρνούνται ακόμα και να συζητήσουν. Το δεύτερο που οφείλουμε είναι να στηρίξουμε τα αυτόνομα κινήματα στα οποία ήδη έχω αναφερθεί με τρόπο που θα τους εξασφαλίσει τη δυνατότητα να προασπίσουν τα δημοκρατικά επιτεύγματα και να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για τη διερεύνησή τους. Αυτό είναι το βασικό καθήκον μας σήμερα, αυτό αποτέλεσε τον πυρήνα κάθε ευρύτερης δημοκρατικής ώθησης στο παρελθόν και αυτή είναι η ουσία του σοσιαλισμού που πρέπει να κατοχυρώσουμε, να περιφρουρήσουμε και να ανανεώσουμε. «Αν το σοσιαλιστικό όραμα δεν πρέπει να εξαφανιστεί, είχε πει ο Ανδρέας Παπανδρέου, τότε οι σοσιαλιστές πρέπει να αγωνιστούν για ριζοσπαστικές αλλαγές στις κοινωνίες, ακόμη κι αν αυτές είναι σήμερα εγκλωβισμένες στο παγκόσμιο πολιτικό σύστημα».
Αν πρώτη ρήξη λοιπόν, στην οποία οφείλουμε ως σοσιαλιστές να πρωταγωνιστήσουμε είναι η ρήξη με τη νεοφιλελεύθερη Ευρώπη και η έξοδος από το ευρώ, που αποτελεί μηχανισμό δυνάστευσης των λαών της Ευρώπης και κυρίως του κόσμου της εργασίας, η ρήξη με το χρεωκοπημένο, απαξιωμένο, αναξιόπιστο, φθαρμένο και καταδικασμένο στις συνειδήσεις του κόσμου της εργασίας πολιτικό σύστημα, με αυτό το πολιτικό δηλαδή τερατούργημα, είναι η άλλη σημαντική προτεραιότητά μας. Εδώ τίθεται ένα ερώτημα στο οποίο οφείλουμε να απαντήσουμε. Και μετά; Μήπως η επάνοδος της πολιτικής με τα χαρακτηριστικά που είχε πριν μολυνθεί από τον ιό του νεοφιλελευθερισμού και πριν υποταχθεί στα θέλγητρά του, θα αποτελούσε μια αξιόπιστη απάντηση. Όχι, κατηγορηματικά όχι.
Όχι, γιατί τίποτα απ’ όλα αυτά που παραπέμπουν στο παρελθόν και που αναπαράγουν τις παθογένειές του, δεν μπορεί να αποτελέσει στοιχείο του δικού μας πολιτικού οράματος για το μέλλον της Χώρας μας και του λαού μας. Ασφαλώς, δεν αρκεί από μόνη της μια άρνηση ή απλή δέσμευση, που σηματοδοτεί ενδεχομένως μια νέα ριζοσπαστική, δημοκρατική, σοσιαλιστική και πατριωτική ουτοπία. Απαιτείται κάτι που υπερβαίνει κάθε στερεότυπο και κάθε σύγχρονο ψευτοπροοδευτικό πολιτικό αφήγημα.
Η Δημοκρατία, ούτως ή άλλως, οφείλει να επανεξετάσει τις αξίες της στο φως των νέων κοινωνικών προτεραιοτήτων και ιδανικών και οφείλει να αποδείξει ότι είναι ικανή να προσαρμόσει τους στρατηγικούς της σχεδιασμούς και τις μεθόδους της στις απαιτήσεις και στις προκλήσεις των ταραγμένων καιρών που ζούμε. Η πραγματική δημοκρατία εξάλλου υπερβαίνει κατά πολύ τις προσχηματικές πολιτικές ελευθερίες και την τυπική ισότητα. Αλλά για μια τέτοια δημοκρατία για πρόοδο και ελευθερία, θα μπορέσουμε να μιλήσουμε μόνο και όταν η Γερμανική Ευρώπη θα έχει παραχωρήσει τη θέση της στην εξουσία των λαών της Ευρώπης.
Αντιλαμβάνομαι, ασφαλώς, ότι το εγχείρημα αυτό είναι τολμηρό, δύσκολο. Και τα τολμηρά εγχειρήματα απαιτούν τολμηρές αποφάσεις, αποφάσεις που θα έρχονται σε σύγκρουση με τις παραδοσιακές μορφές οργάνωσης και τις παραδοσιακές μορφές πολιτικής αντιπαράθεσης. Θεμελιακή προϋπόθεση επιτυχίας αυτού του τολμηρού πολιτικού εγχειρήματος, είναι η αναγνώριση του πρωτοποριακού ρόλου της κοινωνίας και των κινημάτων της και η ειλικρινής συνεργασία μαζί τους. Με αυτά τα κινήματα στο περιθώριο και την υποτίμηση του ρόλου τους και της δυναμικής τους, κάθε τέτοια προσπάθεια είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Ο απεγκλωβισμός τους επομένως από το περιθώριο και τη σκιά και η δραστηριοποίησή τους στο καμίνι των μαζικών κινημάτων, εκεί δηλαδή που γράφεται η πραγματική ιστορία, είναι η αναγκαία συνθήκη.
Αν λοιπόν από τώρα, επιδείξουμε αποφασιστικότητα, δύναμη, θάρρος, φαντασία, έμπνευση και όραμα είμαι βέβαιος ότι θα κερδίσουμε το μέλλον.
Είναι επομένως η ώρα των πρωτοβουλιών, των αποφάσεων και των δράσεων. Εκείνοι που πιστεύουν, όποιοι και όσοι πιστεύουν ότι το μέλλον της χώρας μας και του λαού μας δεν μπορεί να είναι εκείνο που σχεδιάζουν οι σημερινές καταρρέουσες πολιτικές ηγεσίες και τα κάθε λογής κατεστημένα – πολιτικά, εκδοτικά, οικονομικά – αλλά ένα φωτεινό μέλλον αντάξιο των αγώνων και της ιστορίας του λαού μας, οφείλουν να πάρουν όλες τις αναγκαίες πρωτοβουλίες, να δράσουν. Τώρα είναι η ώρα, πριν η πολύπλευρη κρίση μολύνει όλους τους πολιτικούς και κοινωνικούς ιστούς και πριν ο κλυδωνισμός της δημοκρατίας δεν θα είναι ανατάξιμος. Αύριο θα είναι αργά. Αν συμφωνήσουμε ότι η ιστορία δεν έκλεισε τον κύκλο της αλλά ότι συνεχίζει να παρακολουθεί και να καταγράφει την ανθρώπινη περιπέτεια, οφείλουμε να τολμήσουμε. Ένα μήνυμα αδύναμο για την ώρα αλλά ευδιάκριτο που έρχεται από το μέλλον και που μοιάζει με προτροπή και απαίτηση, μας καλεί να προχωρήσουμε μπροστά, μας δείχνει το δρόμο. Ο Ελληνικός λαός, ο κόσμος της εργασίας, όλα τα θύματα της νεοφιλελεύθερης βαρβαρότητας και των ειδεχθών μνημονίων δεν έχουν άλλη υπομονή, δεν περιμένουν και η ιστορία δεν συγχωρεί την αδράνεια. Ας ξεχάσουμε λοιπόν το θλιβερό παρελθόν και το γκρίζο και το ακόμα θλιβερότερο παρόν και ας στρέψουμε τα βλέμματα μας στο μέλλον. Αν το παρελθόν μας απωθεί και το μέλλον μας προστάζει και μας προτρέπει, οφείλουμε να ανταποκριθούμε.
Τελειώνοντας και αυτό το βιβλίο οφείλω να διαβεβαιώσω τους αναγνώστες του ότι δεν προτίθεμαι να τους παρασύρω σε ένα απατηλό όνειρο, σε μια απραγματοποίητη ουτοπία. Επιδιώκω αντίθετα τη συγκρότηση της πιο πλατιάς δυνατής συμμαχίας των ανθρώπων της διανόησης και του κόσμου της εργασίας, μια συμμαχία που θα εξασφαλίσει την αναγκαία προϋπόθεση για τη συλλογική αφύπνιση και των εξοπλισμό των συνειδήσεων.
Η ουτοπία εξάλλου δεν είναι μια εγκεφαλική διεργασία ούτε σχεδιασμός επί χάρτου των ονειροπόλων ιδεαλιστών. Είναι ιστορική φιλοδοξία, είναι ατομική και συλλογική δέσμευση, είναι απόφαση για το μέλλον.
Αν δεν σκεφτόμαστε έτσι, τότε φοβάμαι ότι θα χάναμε την πραγματική ουτοπία μας, τη μοναδική δηλαδή επαναστατική διαδικασία στην κοινωνική εξέλιξη, την ουτοπία εκείνη που ριζοσπαστικοποιεί και ανανεώνει την ουσία και το νόημα της ύπαρξής μας. Ίσως τα επαναστατικά κινήματα και τα κινήματα της αντιπαγκοσμιοποίησης που γεννήθηκαν στο Σιατλ, στο Πόρτο Αλέγκρε και στη Γένοβα, να έχουν χάσει κάτι από τη δυναμική και την αίγλη τους, να έχουν μεταλλαχθεί. Όμως η ιστορία εξακολουθεί να γράφεται και οι φωτιές που κάποτε θα γίνουν πυρκαγιές και θα πυρπολήσουν τον κόσμο, σιγοκαίνε κάτω από τις στάχτες.
Κόρινθος / Μεσολόγγι, Μάιος 2021
Γιώργος Ραυτόπουλος