Συμπληρώνονται φέτος ογδόντα χρόνια από την επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας κατά της πατρίδος μας. Το πρωί της 6ης Απριλίου 1941 οι γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις που από μήνες είχαν στρατοπεδεύσει κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικώς συνόρων εξαπέλυσαν τις πρώτες επιθέσεις τους κατά των ελληνικών οχυρών της μεθορίου, από την οροσειρά του Μπέλες μέχρι τα οχυρά της Ροδόπης (Εχίνος). Παρά την ηρωική άμυνα των υπερασπιστών των οχυρών, η υπεροπλία του αντιπάλου οδήγησε στην πτώση τους και τη χώρα στην τριπλή κατοχή που έφερε τον ελληνικό λαό αντιμέτωπο με ανείπωτα δεινά.
Αλλά οι θυσίες δεν πήγαν χαμένες, ούτε στα βουνά της Αλβανίας, ούτε στην ελληνοβουλγαρική μεθόριο, η Ελλάδα στο τέλος του πολέμου ανήκε στις δυνάμεις που συνέτριψαν τον φασισμό. Ο λαός της, όπως και οι υπόλοιποι λαοί, περίμεναν να αποκατασταθούν οι καταστροφές που υπέστησαν. Ωστόσο η πρώτη μεταπολεμική διεθνοπολιτική συνθήκη και ο διαχωρισμός του κόσμου σε δύο ιδεολογικώς αντίπαλα στρατόπεδα, δεν επέτρεψαν την υπογραφή συνθήκης ειρήνης, η οποία και θα καθόριζε τις πολεμικής επανορθώσεις για κάθε χώρα ξεχωριστά. Αυτό δεν υπήρξε ποτέ λόγος για να παραιτηθεί η χώρας από το δικαίωμά της σε πολεμικές επανορθώσεις.
Η Ελλάδα συνέβαλλε στην ενσωμάτωση της νέας Γερμανίας στο σύγχρονο κόσμο με τη συμμετοχή της στην υπογραφή της Σύμβασης του Λονδίνου, αποδέχτηκε τον όρο της επανένωσης της διαμελισμένης μεσευρωπαϊκής χώρας, ως απώτερο χρονικό σημείο για την αναψηλάφηση του αιτήματος των επανορθώσεων, αλλά μέχρι εκεί. ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΑΡΑΙΤΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΙΚΩΝ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΕΩΝ. Καμία κυβέρνηση, σε καμία χρονική στιγμή μετά τον πόλεμο.
Και είναι σήμερα το αίτημα για επανορθώσεις είναι κοινός τόπους όλου του πολιτικού κόσμου της χώρας, όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα, χωρίς καμία εξαίρεση, συμφωνούν σε αυτό το σημείο. Η διεκδίκηση αποτελεί κοινή εθνική πολιτική. Αυτό το γνωρίζει και η πολιτική ηγεσία της σημερινής ενιαίας Γερμανίας.
Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ με αίσθηση ευθύνης απέναντι στο δίκαιο και νομικώς ισχυρό αίτημα της ελληνικής πολιτείας και του συνόλου του ελληνικού λαού, αλλά και αναγνωρίζοντας την τεράστια προσπάθεια του γερμανικού λαού να ενσωματωθεί πλήρως σε έναν κόσμο διεθνούς νομιμότητας, καλεί την γερμανική πολιτική ηγεσία να ανταποκριθεί στην ιστορική της υποχρέωση, ώστε να ρυθμιστεί οριστικά αυτή η ηθική και πολιτική εκκρεμότητα που αρχίζει να μετεξελίσσεται σε εμπόδιο στη μακροπρόθεσμη συνεργασία των δύο χωρών.
Κάθε άλλη πρακτική μονομερούς παράκαμψης του ζητήματος θα επισωρεύσει νέα προβλήματα στις σχέσεις των δύο χωρών και θα βρει απέναντί της όλους τους Έλληνες.