Πρόσφατα ο Υπουργός Υγείας, με απόφασή του, προέβη σε αναστολή των εφημεριών του Γενικού Νοσοκομείου Παίδων Πεντέλης (ΓΝΠΠ)(1).
Όσο και να προσπαθήσει κανείς αδυνατεί να κατανοήσει την εν λόγω απόφαση. Βρισκόμαστε στο μέσο του χειμώνα με αυξημένες τις ανάγκες του πληθυσμού για τριτοβάθμια φροντίδα υγείας. Ταυτόχρονα, βρισκόμαστε σε έξαρση του πανδημικού κύματος. Η αναστολή των εφημεριών του ΓΝΠΠ προφανώς και επιβαρύνει τη λειτουργία των άλλων δύο Παιδιατρικών Νοσοκομείων στο κέντρο του λεκανοπεδίου της Αττικής και αυτό το γνωρίζει ο κ. Υπουργός, ως ρητά το εκφράζει(2). Επομένως, η εκούσια περιστολή των δυνατοτήτων του εθνικού συστήματος υγείας στις αυξημένες και επείγουσες ανάγκες του πληθυσμού και δη των παιδιών φαντάζει παράλογη αν όχι αποτρόπαια.
Είναι διακηρυγμένη η αγάπη του κυβερνώντος κόμματος στην κοινωνική οργάνωση μέσω των ελεύθερων αγορών και στην απέχθεια του απέναντι στο δημόσιο τομέα. Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες της επιβεβαίωσης του παραπάνω συλλογισμού. Στην ίδια λογική φαίνεται να κινείται και η απόφαση αναστολής των εφημεριών του ΓΝΠΠ.
Στην περιοχή της Ανατολικής Αττικής δεν υπάρχει ούτε γενικό ούτε παιδιατρικό νοσοκομείο. Εγγύς της περιοχής, το ΓΝΠΠ, φαντάζει ως μία κάποια λύση για τις παιδιατρικές ανάγκες. Επιβάλλεται επανασχεδιασμός των δομών υγείας της χώρας, με αύξηση του αριθμού τους, με ενίσχυση του αριθμού του ιατρικού, νοσηλευτικού και παραϊατρικού προσωπικού τους και των μέσων τους. Όμως η παραπάνω απόφαση αναστολής κινείται στον αντίθετο άξονα από αυτά που η δημόσια υγεία χρειάζεται, στερώντας από τους κατοίκους και τις υφιστάμενες δομές. Η απόφαση αναστολής γεμίζει με φόβο και ανασφάλεια τους κατοίκους της περιοχής(3). Οι πολίτες πρέπει να προβληματιστούμε για τα μέσα που η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να χρησιμοποιήσει προκειμένου να πετύχει τους στόχους της.
Το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, κε Υπουργέ, δεν είναι εξαρτήματα μιας μηχανής. Είναι άνθρωποι με αντοχές και συναισθήματα. Τεντώνετε τις αντοχές τους όταν επιβαρύνετε το ήδη εξαντλητικό έργο τους. Τους απογοητεύετε και τους αποθαρρύνετε, αν δεν τους προσβάλλετε, όταν τους θέτετε στο περιθώριο και αναστέλλετε αυτό το οποίο διάλεξαν να υπηρετούν. Είναι ανεύθυνο να λέτε έτσι απλά ό,τι θα πιεστούν οι εφημερίες στα άλλα δύο Νοσοκομεία Παίδων. «Το γνωρίζουμε»(2), λέτε, αλλά αμφιβάλλω, αν γνωρίζετε τι πραγματικά σημαίνει η πίεση αυτή για το προσωπικό, τους γονείς και τους ασθενείς.
Κύριε Υπουργέ, αυξάνετε την ανασφάλεια των γονιών και τους εκβιάζετε ψυχολογικά όταν τους στερείτε, «προσωρινά», όπως ισχυρίζεστε, τις πλήρεις υπηρεσίες μίας παιδιατρικής δομής στην περιοχή τους. «Προσωρινά», ωσάν να υπάρχει θέσφατο στην ανθρώπινη κατάσταση, αναστολής του έκτακτου, το οποίο δύνασθε να εγγυηθείτε. Εσείς όμως, ως άλλος Επιμηθέας(4), αναστέλλετε και αυτό το πενιχρό, σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες υγείας και πρόνοιας, που μέχρι σήμερα τους έχει δοθεί. Ή μήπως, με αυτόν τον τρόπο τους νουθετείτε να αναζητήσουν τις αντίστοιχες υπηρεσίες στην αγορά; Δυστυχώς, είναι η μόνη εύλογη εξήγηση που μπορώ να δώσω, μιας και η υποβάθμιση και το κλείσιμο δομών υγείας και πρόνοιας, την προηγούμενη δεκαετία ήταν ημερησίας διάταξης πολιτική, από τον ίδιο κυβερνητικό σχηματισμό που καλείται να διαχειριστεί, μέσα σε όλα τα άλλα και την πανδημία. Η κατ’ επίφαση αιτιολογία της μετατροπής σε εμβολιαστικό κέντρο, κάθε άλλο παρά πειστική είναι, αφού προφανώς μπορούν να βρεθούν αποτελεσματικότερες λύσεις, χωρίς να ασκείται ψυχολογικός εκβιασμός και να αυξάνει η ανασφάλεια πολιτών.
Άγγελος Μπληζιώτης