Δεν είχα καμία διάθεση να ασχοληθώ με τις “διαδικασίες” για την ανάδειξη νέου προέδρου στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ. Αλλά κάποια πράγματα δεν αφορούν αποκλειστικώς τον συγκεκριμένο κομματικό χώρο – “σοσιαλδημοκρατία”, “κεντροαριστερά”, “δημοκρατική παράταξη”, όπως συνηθίζουν να τον αναφέρουν και οι πέντε υποψήφιοι – αλλά δημιουργούν κακά προηγούμενα για τον, ούτως ή άλλως, ταλαιπωρημένο πολιτικό πολιτισμό μας.
Η πρακτική που ακολουθείται αντιστρατεύεται τη στοιχειώδη λογική που διέπει τη λειτουργία ενός πολιτικού σώματος, όπως είναι ένα πολιτικό κόμμα. Ακυρώνει το κόμμα ως βασικό στοιχείο του κοινοβουλευτικού συστήματος. Μετατρέπει έναν θεσμοθετημένο παράγοντα του πολιτεύματος, ο οποίος δια των μελών του παράγει πολιτικό λόγο και λαμβάνει αποφάσεις επιδιωκόμενου γενικότερου και ειδικότερου προσανατολισμού, σε πρόσκαιρη συνεύρεση ενδιαφερομένων, είτε αυτοί είναι φίλοι, ψηφοφόροι, συμπαθούντες, είτε και… άγνωστοι. Κανένας σεβασμός στην ιδιότητα του μέλους, τη βάση ενός κομματικού φορέα, καμία δημοκρατική λειτουργία.
Σε ένα δημοκρατικό κόμμα αρχών ένα οποιοδήποτε μέλος θα μπορούσε να προσφύγει στο καταστατικό για να προστατέψει τα δικαιώματά του. Σε μια δημοκρατική χώρα, όπου οι θεσμοί σέβονται τους θεσμούς, όλο και κάποιος εισαγγελέας θα ασχολούνταν με το ζήτημα.
Απομένει να αναζητήσει ο κάθε πολίτης τους λόγους –προσωπικά έχω κατά νου κάποιους- του αντιδημοκρατικού ολισθήματος των υπολειμμάτων ενός χώρου-κόμματος, το οποίο συνέβαλε τα μέγιστα στον εκδημοκρατισμό του ελληνικού πολιτικού συστήματος.