“Θέλω να δίνω φωνή στους κομπάρσους της ιστορίας”, ήταν ο τίτλος της συνέντευξης που παραχώρησε ο συγγραφέας Νίκος Δαβέττας στη δημοσιογράφο Μαίρη Αδαμοπούλου. Η ενδιαφέρουσα συζήτηση, η οποία δημοσιεύτηκε στην αθηναϊκή εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ (ΤΑ ΝΕΑ, Σαββατοκύριακο 21-22 Νοεμβρίου 2020), περιλάμβανε εξαιρετικά ενδιαφέρουσες απόψεις του συγγραφέως.
Ο Νίκος Δαββέτας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960, ανήκει στη γενιά της Μεταπολίτευσης, ότι και αν σημαίνει αυτό και εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα για πρώτη φορά μέσα από τις σελίδες του λογοτεχνικού περιοδικού “Διαγώνιος” (Ντίνος Χριστιανόπουλος-Κάρολος Τσίζεκ). Σταχυολογώ μερικούς τίτλους από το αριθμητικώς ικανό εύρος της συγγραφικής δραστηριότητάς του: Άντρες χωρίς άντρες (Αθήνα 2020), Η Εβραία νύφη (Αθήνα 2009- ΚΕΔΡΟΣ, Αθήνα 2014-ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, Αθήνα 2019-ΠΑΤΑΚΗΣ), Το κίτρινο σκοτάδι του Βαν Γκογκ (Αθήνα 1995-ΚΕΔΡΟΣ), Λευκή πετσέτα στο ρινγκ (Αθήνα 2006-ΚΕΔΡΟΣ), Ο ζωγράφος του Μπελογιάννη (Αθήνα 2013-ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ), Ωστικό κύμα (Αθήνα 2016, ΠΑΤΑΚΗΣ), Το θήραμα (Αθήνα 2004-ΚΕΔΡΟΣ), Ιστορίες μιας ανάσας (Αθήνα 2002 –ΚΕΔΡΟΣ), 15 Οκτωβρίου 1960 (Αθήνα 1999-ΚΕΔΡΟΣ). Η μυστική ταφή της Ελεονώρα Τίλσεν (Αθήνα 1995-ΚΕΔΡΟΣ). Συμμετείχε και σε πολλά συλλογικά έργα.
Μετά από τούτη την παρέκβαση στην εργογραφία του συγγραφέως επιστρέφουμε στη συνέντευξη. Ανάμεσα στις πολλές και ενδιαφέρουσες ερωτήσεις που υποβάλλει η δημοσιογράφος περιλαμβάνεται και μια η οποία αφορά κρίσιμες χρονολογίες της νεοελληνικής ιστορίας. Η Μαίρη Αδαμοπούλου λαμβάνοντας αφορμή από το περιεχόμενο των βιβλίων του συγγραφέα, τα οποία “αναφέρονται σε ιστορικά γεγονότα”, ερωτά εάν και κατά πόσο ο Θάνος Δαβέττας προτίθεται να ασχοληθεί και με το “καυτό”, τα εισαγωγικά είναι δικά της, “θέμα της ελληνικής επανάστασης, λόγω και της φετινής επετείου”.
Η απάντηση του συγγραφέα, την οποία και παραθέτω αυτούσια, θα έλεγα πως είναι μια ευχάριστη έκπληξη: “Πιστεύω ότι μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την εθνική μας αυτογνωσία θα έχει το 1922, δηλαδή τα εκατό χρόνια από το τέλος της Μεγάλης Ιδέας και την επιστροφή μας “οίκαδε”, εντός σταθερών και αναγνωρισμένων συνόρων. Ουσιαστικά, όπως παραδέχονται και σημαντικοί ιστορικοί μας, το ελληνικό κράτος επανιδρύθηκε το 1922, τότε απέκτησε θεσμούς, κοινωνικές δομές. Συντάγματα πιο φιλελεύθερα. Αντιμετώπισε βεβαίως καταστροφές και δικτατορικές εκτροπές, αλλά σιγά-σιγά από βαλκανικό φέουδο άρχισε να μεταβάλλεται σε αυτό που είναι σήμερα, ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, παρά τις εμφανείς ελλείψεις και τις όποιες αδυναμίες του. Η αποτίμηση αυτής της διαδρομής έχει για μένα μεγαλύτερη σημασία από το 1821”.
Δεν θα υπεισέλθω στην ουσία των παρατηρήσεων του Θάνου Δαβέττα, συγκρατώ μόνο τη σημασία που αποδίδει στην τομή του 1922/1923 (ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τη χρονολογία 1922 ενδεικτικά, εφόσον όσα περιγράφει συντελούνται μετά την Μικρασιατική Καταστροφή). Θα προσέθετα και μια σειρά άλλους μακροϊστορικούς λόγους, οι οποίοι καθιστούν τη συγκεκριμένη χρονολογία καθοριστική για το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον του ελληνισμού. Και, φυσικά, το τραύμα και τη συνεχιζόμενη κατασκευή του στο πλαίσιο διαφόρων αφηγημάτων γύρω από τη συγκεκριμένη χρονολογία ορόσημα για τον ελληνισμό.
Η νύξη του συγγραφέα μου υπενθύμισε μια παρέμβαση του Γρηγόρη Ζαρωτιάδη, κατά τη διάρκεια μιας εκδήλωσης απόδοσης τιμής στον ποντιακής καταγωγής ιστορικό Κώστα Φωτιάδη, που καταγράφει η εφημερίδα “Εύξεινος Πόντος” (στο διαδίκτυο υπάρχει η σχετική ανάρτηση – 11 Φεβρουαρίου 2019). Σύμφωνα με την ανάρτηση αυτή, η οποία φέρει ως τίτλο τη φράση του Γρηγόρη Ζαρωτιάδη, “η καταγωγή δεν είναι προνόμιο, είναι ευθύνη”, ο καθηγητής του ΑΠΘ πρότεινε, μεταξύ άλλων, να ανακηρυχθεί η Θεσσαλονίκη Πρωτεύουσα των Προσφύγων.
Παραθέτω αυτούσιο το απόσπασμα από την εφημερίδα αναφορικά με την ιστορική τομή του 1923: “Όλοι μας αντιλαμβανόμαστε ότι το 1923 είναι μια χρονολογία σταθμός για την σύγχρονη ελληνική ιστορία και για τους πληθυσμούς με προσφυγική καταγωγή. Η Ανταλλαγή των πληθυσμών ωστόσο είναι ένα διεθνές ιστορικό φαινόμενο, το οποίο έχει την προϊστορία του, τις συνέχειές του και τις συνέπειές του”. Και η προσφυγή στη “χρονολογία σταθμό”, όπως την αποκαλεί, οδηγεί τον Γρηγόρη Ζαρωτιάδη, στη διατύπωση μιας πρότασης, ενώπιον πολυπληθούς ακροατηρίου και πολλών επωνύμων στελεχών από τον οργανωμένο ποντιακό χώρο, στην αίθουσα της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης. Αντιγράφω πάλι από την ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας “Εύξεινος Πόντος” των αδελφών Φόρη και … Πεταλίδη: “Σήμερα η Θεσσαλονίκη δικαιούται να ανακηρυχτεί Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα των Προσφύγων, δικαιούται ένα επιστημονικό ίδρυμα παγκόσμιας εμβέλειας για το προσφυγικό πρόβλημα και τις ιστορικές, πολιτικές και κοινωνικές διαστάσεις του”.
Διερωτήθηκα εάν πρόκειται για μια ακόμη πομφόλυγα, από αυτές οι οποίες αναδύονται στη δημοσιότητα για να εξαφανιστούν αμέσως μετά χωρίς να αφήσουν πίσω τους κανένα ίχνος. Προσέτρεξα στη διεθνή βιβλιογραφία για να διαπιστώσω αν υπάρχει κάποια παρόμοια προοπτική για την Θεσσαλονίκη. Με ασφάλεια δύναμαι να διατυπώσω τον ακόλουθο ισχυρισμό: δύο σημεία της ιστορίας συνδέουν άμεσα την Θεσσαλονίκη με τον “παγκοσμιοποιημένο” σύγχρονο κόσμο – η Ανταλλαγή των πληθυσμών και το Ολοκαύτωμα (τα παραθέτω κατά την χρονική τους σειρά). Και κατά κάποιο τρόπο συνδέονται και τα δύο μεταξύ τους…
Η συγκεκριμένη πρόταση του Γρηγόρη Ζαρωτιάδη, σε συνάρτηση και με την αναφορά του Νίκου Δαββέτα, χρήζει ιδιαίτερης (πολιτικής) προσοχής…
Κείμενο: Λοΐζος Γκασμούλος