Το κυριότερο πολιτικό πρόβλημα της ριζοσπαστικής Αριστεράς μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης του 2007-9 ήταν – και παραμένει – να συνδυάσει το αίτημα για βαθιά κοινωνική αλλαγή σε σοσιαλιστική κατεύθυνση με το αίτημα για εθνική και λαϊκή κυριαρχία.
Η κρίση πήγασε από την καρδιά του παγκοσμιοποιημένου, νεοφιλελεύθερου και χρηματιστικοποιημένου καπιταλισμού της εποχής μας. Αλλά δεν βρέθηκαν όλες οι χώρες στην ίδια θέση. Στην παγκόσμια οικονομία υπάρχει σκληρή ιεραρχία και σχέσεις επιβολής των ισχυρών επί των αδυνάτων. Στην ΕΕ υπάρχει ένα κέντρο, με κυρίαρχη τη Γερμανία, που επιβάλλεται στην περιφέρεια. Μέσω των μηχανισμών των Μνημονίων, η λαϊκή και εθνική κυριαρχία της Ελλάδας καταρρακώθηκε, η δημοκρατία εξευτελίστηκε και τα ηγετικά στρώματα υποτάχθηκαν πλήρως στους δανειστές για να διασώσουν την ταξική κυριαρχία τους.
Βασικές λειτουργίες του ελληνικού κράτους έχουν σήμερα αποκοπεί από τον έλεγχο της εκλεγμένης κυβέρνησης και τεθεί υπό τον έλεγχο των δανειστών. Ο φορολογικός μηχανισμός είναι στα χέρια της «ανεξάρτητης» ΑΑΔΕ, η υπό εκποίηση δημόσια περιουσία σ’ αυτά του Υπερταμείου, η δημοσιονομική πολιτική βρίσκεται υπό τον «ενισχυμένη επιτήρηση» των «Θεσμών», η έδρα της νομισματικής πολιτικής ούτως ή άλλως είναι στην Φρανκφούρτη. Οι τράπεζες, αφού κόστισαν δεκάδες δις σε δανεισμό που καλούνται να πληρώσουν οι φορολογούμενοι, πουλήθηκαν αντί πινακίου φακής σε κερδοσκοπικά φαντς.
Τα Μνημόνια δεν ήταν μια «δυσάρεστη παρένθεση», αλλά η εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού καθεστώτος μόνιμης επιτροπείας και ασυδοσίας για το Κεφάλαιο. Οποιος δεν βλέπει ότι αυτό ισοδυναμεί με κατάλυση της εθνικής κυριαρχίας, δεν μπορεί να κατονοήσει την «νέα κανονικότητα» που βιώνει η ελληνική κοινωνία.
Στόχος της αριστερής απάντησης είναι η εξάρθρωση αυτού του καθεστώτος και η δομική ενίσχυση της Εργασίας σε βάρος του Κεφαλαίου. Αυτός ο στόχος δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας απέναντι στους δανειστές ως απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος του ελληνικού λαού να αποφασίζει για την τύχη του.
Για την Αριστερά, η εθνική διάσταση πηγάζει πάντα από την κοινωνική. Δεν υπάρχουν συμφέροντα του έθνους ανεξάρτητα από τις κοινωνικές τάξεις. Ο πατριωτισμός της Αριστεράς πάντοτε στηρίχθηκε στα εργατικά και λαϊκά στρώματα και στον αγώνα για την δημοκρατία. Προϋποθέτει την κοινωνική ανατροπή και στοχεύει στη λαϊκή κυριαρχία για την δημοκρατική αναγέννηση της χώρας. Ακριβώς γι’ αυτό μπορεί να αποφύγει την παγίδα του εθνικισμού και να παραμείνει βαθιά διεθνιστικός.
Ο διεθνισμός της Εργασίας είναι στους αντίποδες του διεθνισμού του Κεφαλαίου. Το Κεφάλαιο επιδιώκει την ελεύθερη διακίνηση εμπορευμάτων, του χρήματος και, αναλόγως των αναγκών του, του εργατικού δυναμικού. Η Εργασία επιδιώκει τον κοινωνικό έλεγχο των οικονομικών μηχανισμών και χρησιμοποιεί τα κρατικά μέσα για να προστατεύσει τα λαϊκά συμφέροντα. Ο διεθνισμός της Εργασίας δεν παραβλέπει την ύπαρξη του κυρίαρχου κράτους, ούτε θεωρεί ότι το υπερκρατικό επίπεδο που έχουν διαμορφώσει οι κυρίαρχες τάξεις, υπό την αιγίδα της ΕΕ, αποτελεί ένα πιο ευνοϊκό πεδίο πάλης από το εθνικό. Αντίθετα, η Εργασία επιδιώκει να ανατρέψει και να μεταβάλλει τους κρατικούς μηχανισμούς μέσω της λαϊκής αυτοοργάνωσης, ώστε να υλοποιήσει τους στόχους της κοινωνικής αλλαγής. Η υπέρβαση των εθνικών κρατών προϋποθέτει ένα ντόμινο πολιτικο-κοινωνικών ανατροπών που εκκινούν από το εθνικό επίπεδο και όχι το αντίστροφο.
Η θέση αυτή έχει καίρια σημασία στις συνθήκες που δημιούργησε η κρίση. H τραγική μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ έφερε απαξίωση της Αριστεράς και βαθιά απογοήτευση στα λαϊκά στρώματα. Το μνημονιακό καθεστώς έχει μονιμοποιήσει την ακραία φτώχεια, τις τεράστιες ταξικές ανισότητες, τη βαρύτατη φορολογία, την ανεργία και τη μετανάστευση της νεολαίας. Υπάρχει διάχυτη αίσθηση οικονομικής και κοινωνικής ασφυξίας και ανημπόριας στα λαϊκά και μικρομεσαία στρώματα. Ακόμη εντονότερη είναι η αίσθηση της απώλειας της λαϊκής κυριαρχίας, της εθνικής ταπείνωσης και της καταρράκωσης της δημοκρατίας. Το πολιτικό σύστημα έχει πλήρως απαξιωθεί, οι συλλογικές λύσεις φαντάζουν απρόσιτες και ο θυμός της κοινωνικής πλειοψηφίας παραμένει βουβός.
Στην υπόλοιπη Ευρώπη η σοσιαλδημοκρατία καταρρέει ενώ η Αριστερά αποκόπτεται από το λαϊκό της υπόβαθρο, καθώς διστάζει να απαιτήσει ρήξη με την ΕΕ. Ισχυροποιείται έτσι η Άκρα Δεξιά που μιλάει για λαϊκή κυριαρχία και στοχοποιεί την ΕΕ, χωρίς να προτείνει κάποια ουσιαστική ρήξη με αυτήν παρά μόνο μια ακόμη πιο αυταρχική και ξενοφοβική εκδοχή της. Ταυτόχρονα όμως έχει αρχίσει να εμφανίζεται και ένα καινούργιο αριστερόστροφο ρεύμα στη Γαλλία, την Ισπανία, τη Γερμανία και αλλού, που επιδιώκει ανοιχτά την ανατροπή των ευρωπαϊκών συνθηκών και της κυριαρχίας της ολιγαρχίας. Πρόκειται για ελπιδοφόρα εξέλιξη που θα καταγραφεί στις ευρωπαϊκές εκλογές του 2019.
Σ’ αυτή την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα πρέπει να στηρίζεται το μήνυμα της ελληνικής Αριστεράς για εθνική-λαϊκή κυριαρχία και κοινωνική ανατροπή. Η ρήξη με την ΕΕ αποτελεί συστατικό στοιχείο ενός σχεδίου που στοχεύει στην προώθηση των συμφερόντων της Εργασίας και τη χειραφέτηση των καταπιεσμένων κοινωνικών, φυλετικών, θρησκευτικών και άλλων ομάδων.
Είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να υπάρξει, στο όνομα του πατριωτισμού και της προάσπισης της εθνικής κυριαρχίας, συνεργασία, ή ακόμη και συνομιλία, της Αριστεράς με εθνικιστικές οργανώσεις και απόψεις. Δεν υπάρχει υπερταξικό πατριωτικό μήνυμα, ούτε υπήρξε ποτέ. Η καταπολέμηση του εθνικιστικού μίσους απέναντι στους άλλους λαούς, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού αποτελούν ταυτοτικά στοιχεία για οποιαδήποτε αριστερή και δημοκρατική δύναμη.
Γι’ αυτό η πρόσφατη συνέντευξη του Γραμματέα της ΛΑΕ σε ακροδεξιό εθνικιστικό τηλεοπτικό κανάλι αποτελεί βαρύ πολιτικό ολίσθημα, που παίρνει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις καθώς ο ίδιος έχει σταδιακά μετατραπεί στην κύρια δημόσια παρουσία της Λαϊκής Ενότητας. Οι απόψεις που εξέφρασε για ευαίσθητα θέματα, όπως το Μακεδονικό, δείχνουν ότι δεν πρόκειται για απλή αστοχία, αλλά για σύμπτωμα πολιτικής σύγχυσης κι έτσι πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερο από ποτέ ένα ευρύ πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο που θα προχωρήσει στην κοινωνική αλλαγή, και την αποτίναξη ενός καθεστώτος που καταλύει την εθνική και λαϊκή κυριαρχία. Η συγκρότηση ενός τέτοιου μετώπου απαιτεί την υπέρβαση του κατακερματισμού των αντιστάσεων και των κινημάτων που δίνουν σήμερα τις μάχες στα επιμέρους μέτωπα (πλειστηριασμοί, παιδεία, εκποίηση δημόσιας περιουσίας, περιβάλλον, κρατική καταστολή). Είναι προφανές ότι αυτή η διαδικασία είναι ασύμβατη με την οποιαδήποτε σύγχυση σχετικά με το είδος των συνεργασιών και των πολιτικών συγκλίσεων που επιδιώκονται. Προϋπόθεσή της είναι η δημοκρατική λειτουργία, η απόρριψη κάθε ροπής προς τον αρχηγισμό και η ισότιμη και πλουραλιστική εκπροσώπηση όλων των δυνάμεων που συμμετέχουν σε ένα τέτοιο εγχείρημα.
Πιστεύουμε ότι το μέτωπο αυτό είναι απαραίτητο και απόλυτα εφικτό. Ολοι κατανοούν ότι η συνέχιση του κατακερματισμού και της αυτοαναφορικής αναδίπλωσης των δυνάμεων που αντιμάχονται την σημερινή κατάσταση αποτελεί το καλύτερο δώρο για τους κρατούντες και την απρόσκοπτη συνέχιση της ολέθριας πολιτικής τους. Το κόστος της αποτυχίας είναι πολύ μεγάλο για να το αποδεχθούμε.
Πρώτη δημοσίευση: ThePressProject 16.11.2018
(www.costaslapavitsas.blogspot.com)