Προτού καλά-καλά ξεπεράσουμε τα κληροδοτήματα της μεγάλης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που ξέσπασε το 2008, και με την Ελλάδα να έχει μόλις εξέλθει από το μνημόνιο, οι οικονομολόγοι κρούουν ξανά «καμπανάκια» για μια νέα Μεγάλη Ύφεση.
Το Sputnik μίλησε με δύο Έλληνες καθηγητές Οικονομικών, τους κ.κ. Παναγιώτη Πετράκη από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Γρηγόρη Ζαρωτιάδη από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, για το τι θα συμβεί στην Ελλάδα εάν το σενάριο μιας νέας παγκόσμιας κρίσης επιβεβαιωθεί. Το βασικό συμπέρασμα; Η χώρα μας, στην παρούσα φάση, είναι ευάλωτη και οπωσδήποτε, το ενδεχόμενο έλευσης μιας νέας κρίσης πάνω στην κρίση που ήδη βιώνει η Ελλάδα μέχρι και σήμερα, καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη να «αλλάξουν τα δεδομένα», προκειμένου η χώρα να προφυλαχθεί από «λάθη πολιτικής και συγκυριακά φαινόμενα».
Πόσο εκτεθειμένη είναι η Ελλάδα
Ο καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, κ. Πετράκης, εξηγώντας τους παράγοντες που εγείρουν φόβους για μια νέα κρίση, σημειώνει ότι «οι κίνδυνοι στη διεθνή οικονομία έχουν εμφανιστεί α) από την υπερχρέωση που συνέχισε να αυξάνεται και μετά την κρίση του 2008 β) από την άνοδο των επιτοκίων και την απόσυρση της ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες γ) τη συνεχιζόμενη καχεξία της αγοράς εργασίας δ) τη διαδικασία ενσωμάτωσης της 4ης βιομηχανικής επανάστασης στην παραγωγική διαδικασία. Εδώ θα πρέπει να προστεθούν και οι αρνητικές συνέπειες από την πίεση της μετακίνησης των πληθυσμών (μεταναστευτικό) που αποσταθεροποιεί το διεθνές πολιτικό σκηνικό, δημιουργώντας προβλήματα στην κατεύθυνση της υιοθετούμενης οικονομικής πολιτικής».
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον γενικών αναταραχών, σχολιάζει ο ίδιος, «η Ελλάδα βγαίνει από μια δεκαετή κρίση έχοντας κατακτήσει ασταθείς δημοσιονομικές και ισορροπία στο εξωτερικό ισοζύγιο».
Από την πλευρά του, ο αναπληρωτής καθηγητής, κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, κ. Ζαρωτιάδης, τονίζει ότι «η Ελλάδα είναι προφανώς ευάλωτη απέναντι σε οποιαδήποτε οικονομική ή πολιτική ασυνέχεια στο επόμενο χρονικό διάστημα».
Κάνοντας μνεία στα χαρακτηριστικά, τα οποία την καθιστούν ιδιαιτέρως ευάλωτη, εντοπίζει τρεις βασικές αδυναμίες: Το δημόσιο χρέος, το ιδιωτικό χρέος και τη μειωμένη παραγωγική δυναμική.
Ειδικότερα, όπως παρατηρεί, πέρα από τα υψηλά επίπεδα του ελληνικού δημόσιου χρέους, η χώρα έχει αποκτήσει δύο πρόσθετες αδυναμίες: «Η μία είναι το γεγονός ότι έχει απωλέσει ¼ του παραγωγικού της δυναμικού, του πλούτου που μπορεί να παραγάγει, άρα έχει συντελεστεί και μία διεργασία αποεπένδυσης ιδιαιτέρως εκτεταμένης. Συνεπώς σε σχέση με την περίοδο του 2008 — 2010, είναι εξασθενημένη και παραγωγικά. Το δεύτερο βεβαίως είναι ότι πέρα από το αυξημένο δημόσιο χρέος, έχει προκύψει και το πρόβλημα της επιδείνωσης του χρέους του ιδιωτικού τομέα».
Επομένως, «εάν δει κανείς όλες αυτές τις πτυχές, μένει ότι η ελληνική οικονομία είναι εκτεθειμένη λόγω της μεγάλης αναγκαιότητας που έχει για προσέλκυση ξένων κεφαλαίων. Σε μία λοιπόν ασυνέχεια, πολιτική ή οικονομική, ή ακόμη περισσότερο σε μία πιθανότητα μιας νέας οικονομικής κρίσης, το γεγονός ότι η χώρα είναι εκτεθειμένη σε αυτήν την αναγκαιότητα, την καθιστά ευάλωτη, γιατί πολύ πιο δύσκολα θα βρεθούν τα κεφάλαια αυτά που θα μπορούσαν να στηρίξουν την απαραίτητη διαδικασία ανοικοδόμησής της», υπογραμμίζει ο κ. Ζαρωτιάδης.
Οι επιπτώσεις μιας νέας κρίσης στην Ελλάδα – «Κίνδυνος η ελληνική οικονομία να περάσει πιο γρήγορα σε αλλότρια συμφέροντα»
Η ελληνική κρίση έχει συνδεθεί άρρηκτα με τις πολιτικές λιτότητας που ακόμη και μέχρι σήμερα εφαρμόζονται. Στο σημείο αυτό, προκύπτει το εξής ερώτημα: Μία νέα κρίση θα μπορούσε να σημάνει περισσότερη λιτότητα;
«Μεγαλύτερη λιτότητα από αυτήν που ήδη ”απολαμβάνει” τώρα και στο άμεσο μέλλον είναι πολύ δύσκολο να έχει η ελληνική οικονομία», απαντά ο κ. Πετράκης, εκτιμώντας ότι «το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η περίοδος αυτής της χαμηλής ανάπτυξης που θα ήταν σχεδόν θετική και φυσιολογική για μία ανεπτυγμένη χώρα κάνει πολύ δύσκολη τη διαδικασία επούλωσης των πληγών που έχουν δημιουργηθεί στη δεκαετή ύφεση. Συνεπώς, τίποτα δεν προδικάζει ότι ο κοινωνικός πόνος θα μπορέσει να μειωθεί αρκετά και σχετικά γρήγορα. Μπορεί να επεκταθεί στο μέλλον για μακροχρόνιο διάστημα, απειλώντας την κοινωνική συνοχή και τις αναπτυξιακές προσδοκίες».
Έτσι, όπως παρατηρεί, «παρόλο που στο μεσοπρόθεσμο μέλλον οι πιθανότητες να βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση είναι περισσότερες από τις πιθανότητες να χειροτερεύσει, η αρνητική μεταβολή των διεθνών συνθηκών κάνει δυσκολότερο το περιβάλλον. Η ελληνική οικονομία γίνεται πλέον ευαίσθητη σε λάθη πολιτικής και συγκυριακά φαινόμενα ενδογενούς και εξωγενούς χαρακτήρα».
Εν τω μεταξύ, για τον κ. Ζαρωτιάδη, ο επιπρόσθετος κίνδυνος είναι άλλος, δεδομένου ότι «είναι μάλλον συμφωνημένο τουλάχιστον από την παρούσα κυβέρνηση και απ’ό,τι φαίνεται και από την επόμενη, πως η Ελλάδα θα παραμείνει σε ένα πλαίσιο μιας πολιτικής λιτότητας». Σύμφωνα με τον ίδιο, «σε μία τέτοια προοπτική μιας νέας παγκόσμιας κρίσης, μπορεί να επιταχυνθεί ο ρυθμός με τον οποίο η ελληνική οικονομία θα περάσει στον έλεγχο αλλότριων οικονομικών συμφερόντων, τόσο ο δημόσιος τομέας, όσο και ο ιδιωτικός. Δηλαδή, μία νέα κρίση θα μπορούσε να σημαίνει την πολύ πιο γρήγορη διεργασία ”ξεπουλήματος” της ελληνικής παραγωγικής δομής. Αυτό με τη σειρά του έχει πολιτικούς και κοινωνικούς κινδύνους, γιατί προφανώς μπορεί να σημάνει πολιτικές αναταραχές, μπορεί να σημάνει πολιτικές ή κοινωνικές ανισορροπίες, με όποια δυσμενή αποτελέσματα».
Η Ελλάδα, πράγματι, βρίσκεται σε μια κρίσιμη περίοδο, καθώς οι προσπάθειες για την οριστική έξοδο από την κρίση συνεχίζονται και όπως επισημαίνει ο κ. Ζαρωτιάδης, «σε περίπτωση μιας νέας κρίσης, η Ελλάδα θα υποτροπιάσει από τη στιγμή που έχουμε μια οικονομία που βρίσκεται ούτως ή άλλως σε αδύναμη θέση. Το να υποτροπιάσεις όταν θα σε πιάσει ένα ”κρυολόγημα”, στο πλαίσιο μιας διεθνούς διεργασίας, είναι πολύ πιθανό».
Αδιαμφισβήτητο θεωρεί άλλωστε και ο κ. Πετράκης το ότι μια διεθνής κρίση θα πλήξει τη διαδικασία οργάνωσης της οικονομίας της, καθιστώντας δυσκολότερη την πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίων και μειώνοντας τις εξαγωγικές της δυνατότητες.
Ο συμβολισμός — «Η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει τη θρυαλλίδα επιτάχυνσης μιας κρισιακής διεργασίας»
Αν και το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας δεν είναι τέτοιο που να μπορέσει να αποτελέσει την αιτία μιας διευρυμένης οικονομικής κρίσης, «μπορεί, εντούτοις, όχι λόγω του μεγέθους της, αλλά λόγω των συμβολισμών της και λόγω της γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής θέσης της, να αποτελέσει τη θρυαλλίδα επιτάχυνσης μίας διεργασίας κρισιακής στην περιοχή της Ευρώπης και της ανατολικής Μεσογείου», εκτιμά ο κ. Ζαρωτιάδης.
Συγκεκριμένα, όπως εξηγεί, η σημασία της ελληνικής οικονομίας για το διεθνές οικονομικό «γίγνεσθαι» είναι διπλή, καθώς πέρα από τον γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό ρόλο που μπορεί να αποτελέσει και το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε σε μια περιοχή, όπου πολλά διεθνή συμφέροντα συναντιώνται, υπάρχει και ένας ακόμη συμβολισμός:
«Η Ελλάδα αποτέλεσε και αποτελεί ένα πολύ σημαντικό παράδειγμα συνολικής νεοφιλελεύθερης μεταρρύθμισης, ένα παράδειγμα το οποίο πολλοί πολιτικοί κύκλοι στην ΕΕ επιδιώκουν να το αναπαραγάγουν και σε άλλες χώρες. Εάν αυτό το παράδειγμα δεν πετύχει, οι πολιτικές δυνάμεις που εναντιώνονται σε αυτό, θα κερδίσουν πολιτικά και κοινωνικά και θα είναι δύσκολο, για παράδειγμα, να προχωρήσουν οι απελευθερώσεις της αγοράς εργασίας, να προχωρήσει στην Κεντρική Ευρώπη το πείραμα της ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής ασφάλισης, να προχωρήσει η ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης. Αυτός είναι ο συμβολισμός που παίζεται πάνω στο σώμα της ελληνικής οικονομίας, να αποδειχθεί ότι αυτή η νεοφιλελεύθερη συνολική μεταρρύθμιση θα έχει θετικό αποτέλεσμα. Εάν αποδειχθεί το αντίθετο, δύσκολα θα μπορέσει να συνεχιστεί και στην υπόλοιπη Ευρώπη».
Τα αναγκαία βήματα και μια… ευκαιρία
Τι γίνεται, λοιπόν, από εδώ και στο εξής; Η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τον κ. Ζαρωτιάδη, καλείται να ανατρέψει τις τρεις βασικές αδυναμίες της (δημόσιο χρέος, ιδιωτικό χρέος και μειωμένη παραγωγική δυναμική) όσο το δυνατόν νωρίτερα. «Θα έπρεπε αυτές τις αδυναμίες της να τις βελτιώσει, να τις ανατρέψει πριν προκύψει νέα υφεσιακή τάση. Εάν δεν το κάνει, τότε τα πράγματα είναι δύσκολα και εκτός από το βελτιώσει τις αδυναμίες της, θα έπρεπε να είναι σε θέση να δώσει και μία νέα προοπτική στη μετεξέλιξή της, μία νέα προοπτική που να αναδεικνύει και έναν νέο ρόλο, έναν διαφορετικό προσανατολισμό για την Ελλάδα συνολικά στην περιοχή, στην οποία βρίσκεται», σημειώνει, συμπληρώνοντας: «Βεβαίως, αυτό απαιτεί ένα πολύ διαφορετικό σχέδιο μετεξέλιξης της χώρας από αυτό που εφαρμόζεται και σε αυτήν την περίπτωση, πρέπει να διερευνήσει κανείς ποιους συμμάχους και ποιους πολέμιους θα είχε».
Την ίδια ώρα, πάντως, αξίζει να σημειωθεί πως και οι δύο καθηγητές «βλέπουν» ευκαιρίες που γεννιούνται μέσα από τις δύσκολες περιόδους.
«Πολλές φορές οι κρίσεις, όμως, αποτελούν και ευκαιρίες για να αναδειχθούν εναλλακτικές στρατηγικές», σχολιάζει ο κ. Ζαρωτιάδης, θεωρώντας πολύ πιθανόν μία νέα οικονομική επιδείνωση να επιταχύνει τη διεργασία ανάδειξης άλλων προγραμμάτων ανοικοδόμησης της ελληνικής οικονομίας και άλλων πολιτικών προτάσεων.
Από μέρους του, ο κ. Πετράκης παρατηρεί: «Νομίζω ότι κυριότερες απειλές της Ελλάδας συνδέονται με την αξιοπιστία του πολιτικού της συστήματος και με τον γεωστρατηγικό κίνδυνο της ευρύτερης περιοχής. Η ένταξη στην Ευρωζώνη, παρόλο που συνοδεύεται από πάμπολλα προβλήματα, παρέχει ένα σοβαρό δίχτυ προστασίας απέναντι σε κυκλικές και συγκυριακές αρνητικές μεταβολές. Όμως, και η Ευρωζώνη βρίσκεται σε αρκετά δύσκολη θέση κυρίως για πολιτικούς λόγους που όμως θα έχουν και οικονομικό αντίκτυπο. Έτσι δημιουργείται μία ευκαιρία στην Ελλάδα να επαναπροσδιοριστούν οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές της με βάση μία ειλικρινή και ρεαλιστική ανάλυση της πραγματικότητάς της».
Έρχεται όντως υφεσιακή «καταιγίδα» ή μήπως μπορεί να αποτραπεί;
«Όσο πιο γρήγορα μπορέσουμε να αλλάξουμε τα δεδομένα στη χώρα, τόσο πιο πιθανό είναι να αντιμετωπίσουμε τις όποιες δυσκολίες εμφανιστούν, όποτε», τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Ζαρωτιάδης. «Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα εμφανιστούν, γιατί οι κύκλοι οι οικονομικοί είναι η φυσιολογική εξέλιξη της καπιταλιστικής οικονομίας. Όσο πιο γρήγορα αλλάξουμε τα δεδομένα, τόσο πιο γρήγορα θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε σε αυτό που θα μας βρει», προσθέτει.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στην τελευταία του έκθεση με τις Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές, προειδοποιεί για την έλευση της επόμενης ύφεσης, τονίζοντας ότι δέκα χρόνια μετά από το ξέσπασμα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, «παραμονεύουν» σημαντικές προκλήσεις για την παγκόσμια οικονομία.
Όσο για το πότε θα μπορούσε να κάνει την εμφάνισή της μια νέα παγκόσμια κρίση, η JP Morgan παραθέτει μια εκτίμηση ιδιαιτέρως δυσοίωνη για την Ευρωζώνη και επομένως και για την Ελλάδα. Σε μια έκθεση 168 σελίδων που εξέδωσε η αμερικανική τράπεζα, τον προηγούμενο μήνα, με αφορμή τα δέκα χρόνια από την κατάρρευση της «Lehman Brothers», αναφέρεται στο σενάριο ενός νέου κύκλου ύφεσης το 2020. «Δεν μας προκαλεί έκπληξη το ότι κόσμος της αγοράς ανησυχεί για μία ύφεση στις ΗΠΑ το 2020/2021», αναφέρεται στην έκθεση, η οποία υπογραμμίζει: «Ωστόσο, εάν όντως λάβει χώρα μια ύφεση στις ΗΠΑ μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια, θα έλθει σε μια εξαιρετικά ακατάλληλη χρονική περίοδο για την Ευρωζώνη». Άλλωστε, σύμφωνα με την έκθεση, οι ΗΠΑ και η Ευρωζώνη κινούνται σε παράλληλους δρόμους, ως προς τις επιδόσεις του ΑΕΠ τους.
Η νέα παγκόσμια κρίση, δεδομένου ότι δεν έχει κάνει την εμφάνισή της, παραμένει πάντως ένα σενάριο.
«Ο κόσμος έχει μπει σε μια περίοδο όπου στο οικονομικό πεδίο η αβεβαιότητα έχει αυξηθεί σημαντικά ενώ στο πολιτικό πεδίο συμβαίνουν τεκτονικές μεταβολές», σχολιάζει ο κ. Πετράκης, κάνοντας λόγο για διάσταση ανάμεσα στους πρόδρομους δείκτες και στις πραγματικές μεταβλητές: «Ενώ η διαισθητική αντίληψη των μετρήσεων — είτε της κοινής γνώμης, είτε των ειδικών — δείχνουν ως πρόδρομοι δείκτες, προς την κατεύθυνση της έλευσης μιας σημαντικής αρνητικής μεταβολής, οι πραγματικές μεταβλητές της οικονομικής δραστηριότητας δεν δείχνουν σημάδια κόπωσης ή επερχόμενης ύφεσης».
Και θέτει το ερώτημα: «Είμαστε μπροστά σε μια υφεσιακή καταιγίδα ή μήπως ο κόσμος, οι ειδικοί και οι πολιτικοί, αντιλαμβανόμενοι τα αρνητικά σημάδια θα αντιδράσουν εγκαίρως και θα την αποτρέψουν, ή τέλος πάντων θα μετριάσουν τα αρνητικά αποτελέσματά της;» Αυτό μένει να φανεί στον επόμενο ένα με ενάμιση χρόνο.
(πηγή: https://sputniknews.gr)
Δημόσιος κίνδυνος τα άταφα πτώματα των τραπεζών
5 Οκτωβρίου 2018Ο καθηγητής οικονομικών στο Α.Π.Θ Γρηγόρης Ζαρωτιάδης στον 102FM του Ρ.Σ.Μ. της ΕΡΤ3
6 Οκτωβρίου 2018Το αν και το πότε θα μας «επισκεφτεί» η επόμενη κρίση δεν είναι σίγουρο, το μήνυμα όμως είναι ξεκάθαρο: Ο κόσμος πρέπει να είναι προετοιμασμένος, μαζί και η Ελλάδα. Έλληνες οικονομολόγοι μιλούν στο Sputnik για το ενδεχόμενο νέας ύφεσης, τους κινδύνους που αναδύονται από το διεθνές «γίγνεσθαι» και εκείνους που καθιστούν ευάλωτη την Ελλάδα.
Προτού καλά-καλά ξεπεράσουμε τα κληροδοτήματα της μεγάλης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που ξέσπασε το 2008, και με την Ελλάδα να έχει μόλις εξέλθει από το μνημόνιο, οι οικονομολόγοι κρούουν ξανά «καμπανάκια» για μια νέα Μεγάλη Ύφεση.
Το Sputnik μίλησε με δύο Έλληνες καθηγητές Οικονομικών, τους κ.κ. Παναγιώτη Πετράκη από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Γρηγόρη Ζαρωτιάδη από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, για το τι θα συμβεί στην Ελλάδα εάν το σενάριο μιας νέας παγκόσμιας κρίσης επιβεβαιωθεί. Το βασικό συμπέρασμα; Η χώρα μας, στην παρούσα φάση, είναι ευάλωτη και οπωσδήποτε, το ενδεχόμενο έλευσης μιας νέας κρίσης πάνω στην κρίση που ήδη βιώνει η Ελλάδα μέχρι και σήμερα, καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη να «αλλάξουν τα δεδομένα», προκειμένου η χώρα να προφυλαχθεί από «λάθη πολιτικής και συγκυριακά φαινόμενα».
Πόσο εκτεθειμένη είναι η Ελλάδα
Ο καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, κ. Πετράκης, εξηγώντας τους παράγοντες που εγείρουν φόβους για μια νέα κρίση, σημειώνει ότι «οι κίνδυνοι στη διεθνή οικονομία έχουν εμφανιστεί α) από την υπερχρέωση που συνέχισε να αυξάνεται και μετά την κρίση του 2008 β) από την άνοδο των επιτοκίων και την απόσυρση της ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες γ) τη συνεχιζόμενη καχεξία της αγοράς εργασίας δ) τη διαδικασία ενσωμάτωσης της 4ης βιομηχανικής επανάστασης στην παραγωγική διαδικασία. Εδώ θα πρέπει να προστεθούν και οι αρνητικές συνέπειες από την πίεση της μετακίνησης των πληθυσμών (μεταναστευτικό) που αποσταθεροποιεί το διεθνές πολιτικό σκηνικό, δημιουργώντας προβλήματα στην κατεύθυνση της υιοθετούμενης οικονομικής πολιτικής».
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον γενικών αναταραχών, σχολιάζει ο ίδιος, «η Ελλάδα βγαίνει από μια δεκαετή κρίση έχοντας κατακτήσει ασταθείς δημοσιονομικές και ισορροπία στο εξωτερικό ισοζύγιο».
Από την πλευρά του, ο αναπληρωτής καθηγητής, κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, κ. Ζαρωτιάδης, τονίζει ότι «η Ελλάδα είναι προφανώς ευάλωτη απέναντι σε οποιαδήποτε οικονομική ή πολιτική ασυνέχεια στο επόμενο χρονικό διάστημα».
Κάνοντας μνεία στα χαρακτηριστικά, τα οποία την καθιστούν ιδιαιτέρως ευάλωτη, εντοπίζει τρεις βασικές αδυναμίες: Το δημόσιο χρέος, το ιδιωτικό χρέος και τη μειωμένη παραγωγική δυναμική.
Ειδικότερα, όπως παρατηρεί, πέρα από τα υψηλά επίπεδα του ελληνικού δημόσιου χρέους, η χώρα έχει αποκτήσει δύο πρόσθετες αδυναμίες: «Η μία είναι το γεγονός ότι έχει απωλέσει ¼ του παραγωγικού της δυναμικού, του πλούτου που μπορεί να παραγάγει, άρα έχει συντελεστεί και μία διεργασία αποεπένδυσης ιδιαιτέρως εκτεταμένης. Συνεπώς σε σχέση με την περίοδο του 2008 — 2010, είναι εξασθενημένη και παραγωγικά. Το δεύτερο βεβαίως είναι ότι πέρα από το αυξημένο δημόσιο χρέος, έχει προκύψει και το πρόβλημα της επιδείνωσης του χρέους του ιδιωτικού τομέα».
Επομένως, «εάν δει κανείς όλες αυτές τις πτυχές, μένει ότι η ελληνική οικονομία είναι εκτεθειμένη λόγω της μεγάλης αναγκαιότητας που έχει για προσέλκυση ξένων κεφαλαίων. Σε μία λοιπόν ασυνέχεια, πολιτική ή οικονομική, ή ακόμη περισσότερο σε μία πιθανότητα μιας νέας οικονομικής κρίσης, το γεγονός ότι η χώρα είναι εκτεθειμένη σε αυτήν την αναγκαιότητα, την καθιστά ευάλωτη, γιατί πολύ πιο δύσκολα θα βρεθούν τα κεφάλαια αυτά που θα μπορούσαν να στηρίξουν την απαραίτητη διαδικασία ανοικοδόμησής της», υπογραμμίζει ο κ. Ζαρωτιάδης.
Οι επιπτώσεις μιας νέας κρίσης στην Ελλάδα – «Κίνδυνος η ελληνική οικονομία να περάσει πιο γρήγορα σε αλλότρια συμφέροντα»
Η ελληνική κρίση έχει συνδεθεί άρρηκτα με τις πολιτικές λιτότητας που ακόμη και μέχρι σήμερα εφαρμόζονται. Στο σημείο αυτό, προκύπτει το εξής ερώτημα: Μία νέα κρίση θα μπορούσε να σημάνει περισσότερη λιτότητα;
«Μεγαλύτερη λιτότητα από αυτήν που ήδη ”απολαμβάνει” τώρα και στο άμεσο μέλλον είναι πολύ δύσκολο να έχει η ελληνική οικονομία», απαντά ο κ. Πετράκης, εκτιμώντας ότι «το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η περίοδος αυτής της χαμηλής ανάπτυξης που θα ήταν σχεδόν θετική και φυσιολογική για μία ανεπτυγμένη χώρα κάνει πολύ δύσκολη τη διαδικασία επούλωσης των πληγών που έχουν δημιουργηθεί στη δεκαετή ύφεση. Συνεπώς, τίποτα δεν προδικάζει ότι ο κοινωνικός πόνος θα μπορέσει να μειωθεί αρκετά και σχετικά γρήγορα. Μπορεί να επεκταθεί στο μέλλον για μακροχρόνιο διάστημα, απειλώντας την κοινωνική συνοχή και τις αναπτυξιακές προσδοκίες».
Έτσι, όπως παρατηρεί, «παρόλο που στο μεσοπρόθεσμο μέλλον οι πιθανότητες να βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση είναι περισσότερες από τις πιθανότητες να χειροτερεύσει, η αρνητική μεταβολή των διεθνών συνθηκών κάνει δυσκολότερο το περιβάλλον. Η ελληνική οικονομία γίνεται πλέον ευαίσθητη σε λάθη πολιτικής και συγκυριακά φαινόμενα ενδογενούς και εξωγενούς χαρακτήρα».
Εν τω μεταξύ, για τον κ. Ζαρωτιάδη, ο επιπρόσθετος κίνδυνος είναι άλλος, δεδομένου ότι «είναι μάλλον συμφωνημένο τουλάχιστον από την παρούσα κυβέρνηση και απ’ό,τι φαίνεται και από την επόμενη, πως η Ελλάδα θα παραμείνει σε ένα πλαίσιο μιας πολιτικής λιτότητας». Σύμφωνα με τον ίδιο, «σε μία τέτοια προοπτική μιας νέας παγκόσμιας κρίσης, μπορεί να επιταχυνθεί ο ρυθμός με τον οποίο η ελληνική οικονομία θα περάσει στον έλεγχο αλλότριων οικονομικών συμφερόντων, τόσο ο δημόσιος τομέας, όσο και ο ιδιωτικός. Δηλαδή, μία νέα κρίση θα μπορούσε να σημαίνει την πολύ πιο γρήγορη διεργασία ”ξεπουλήματος” της ελληνικής παραγωγικής δομής. Αυτό με τη σειρά του έχει πολιτικούς και κοινωνικούς κινδύνους, γιατί προφανώς μπορεί να σημάνει πολιτικές αναταραχές, μπορεί να σημάνει πολιτικές ή κοινωνικές ανισορροπίες, με όποια δυσμενή αποτελέσματα».
Η Ελλάδα, πράγματι, βρίσκεται σε μια κρίσιμη περίοδο, καθώς οι προσπάθειες για την οριστική έξοδο από την κρίση συνεχίζονται και όπως επισημαίνει ο κ. Ζαρωτιάδης, «σε περίπτωση μιας νέας κρίσης, η Ελλάδα θα υποτροπιάσει από τη στιγμή που έχουμε μια οικονομία που βρίσκεται ούτως ή άλλως σε αδύναμη θέση. Το να υποτροπιάσεις όταν θα σε πιάσει ένα ”κρυολόγημα”, στο πλαίσιο μιας διεθνούς διεργασίας, είναι πολύ πιθανό».
Αδιαμφισβήτητο θεωρεί άλλωστε και ο κ. Πετράκης το ότι μια διεθνής κρίση θα πλήξει τη διαδικασία οργάνωσης της οικονομίας της, καθιστώντας δυσκολότερη την πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίων και μειώνοντας τις εξαγωγικές της δυνατότητες.
Ο συμβολισμός — «Η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει τη θρυαλλίδα επιτάχυνσης μιας κρισιακής διεργασίας»
Αν και το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας δεν είναι τέτοιο που να μπορέσει να αποτελέσει την αιτία μιας διευρυμένης οικονομικής κρίσης, «μπορεί, εντούτοις, όχι λόγω του μεγέθους της, αλλά λόγω των συμβολισμών της και λόγω της γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής θέσης της, να αποτελέσει τη θρυαλλίδα επιτάχυνσης μίας διεργασίας κρισιακής στην περιοχή της Ευρώπης και της ανατολικής Μεσογείου», εκτιμά ο κ. Ζαρωτιάδης.
Συγκεκριμένα, όπως εξηγεί, η σημασία της ελληνικής οικονομίας για το διεθνές οικονομικό «γίγνεσθαι» είναι διπλή, καθώς πέρα από τον γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό ρόλο που μπορεί να αποτελέσει και το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε σε μια περιοχή, όπου πολλά διεθνή συμφέροντα συναντιώνται, υπάρχει και ένας ακόμη συμβολισμός:
«Η Ελλάδα αποτέλεσε και αποτελεί ένα πολύ σημαντικό παράδειγμα συνολικής νεοφιλελεύθερης μεταρρύθμισης, ένα παράδειγμα το οποίο πολλοί πολιτικοί κύκλοι στην ΕΕ επιδιώκουν να το αναπαραγάγουν και σε άλλες χώρες. Εάν αυτό το παράδειγμα δεν πετύχει, οι πολιτικές δυνάμεις που εναντιώνονται σε αυτό, θα κερδίσουν πολιτικά και κοινωνικά και θα είναι δύσκολο, για παράδειγμα, να προχωρήσουν οι απελευθερώσεις της αγοράς εργασίας, να προχωρήσει στην Κεντρική Ευρώπη το πείραμα της ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής ασφάλισης, να προχωρήσει η ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης. Αυτός είναι ο συμβολισμός που παίζεται πάνω στο σώμα της ελληνικής οικονομίας, να αποδειχθεί ότι αυτή η νεοφιλελεύθερη συνολική μεταρρύθμιση θα έχει θετικό αποτέλεσμα. Εάν αποδειχθεί το αντίθετο, δύσκολα θα μπορέσει να συνεχιστεί και στην υπόλοιπη Ευρώπη».
Τα αναγκαία βήματα και μια… ευκαιρία
Τι γίνεται, λοιπόν, από εδώ και στο εξής; Η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τον κ. Ζαρωτιάδη, καλείται να ανατρέψει τις τρεις βασικές αδυναμίες της (δημόσιο χρέος, ιδιωτικό χρέος και μειωμένη παραγωγική δυναμική) όσο το δυνατόν νωρίτερα. «Θα έπρεπε αυτές τις αδυναμίες της να τις βελτιώσει, να τις ανατρέψει πριν προκύψει νέα υφεσιακή τάση. Εάν δεν το κάνει, τότε τα πράγματα είναι δύσκολα και εκτός από το βελτιώσει τις αδυναμίες της, θα έπρεπε να είναι σε θέση να δώσει και μία νέα προοπτική στη μετεξέλιξή της, μία νέα προοπτική που να αναδεικνύει και έναν νέο ρόλο, έναν διαφορετικό προσανατολισμό για την Ελλάδα συνολικά στην περιοχή, στην οποία βρίσκεται», σημειώνει, συμπληρώνοντας: «Βεβαίως, αυτό απαιτεί ένα πολύ διαφορετικό σχέδιο μετεξέλιξης της χώρας από αυτό που εφαρμόζεται και σε αυτήν την περίπτωση, πρέπει να διερευνήσει κανείς ποιους συμμάχους και ποιους πολέμιους θα είχε».
Την ίδια ώρα, πάντως, αξίζει να σημειωθεί πως και οι δύο καθηγητές «βλέπουν» ευκαιρίες που γεννιούνται μέσα από τις δύσκολες περιόδους.
«Πολλές φορές οι κρίσεις, όμως, αποτελούν και ευκαιρίες για να αναδειχθούν εναλλακτικές στρατηγικές», σχολιάζει ο κ. Ζαρωτιάδης, θεωρώντας πολύ πιθανόν μία νέα οικονομική επιδείνωση να επιταχύνει τη διεργασία ανάδειξης άλλων προγραμμάτων ανοικοδόμησης της ελληνικής οικονομίας και άλλων πολιτικών προτάσεων.
Από μέρους του, ο κ. Πετράκης παρατηρεί: «Νομίζω ότι κυριότερες απειλές της Ελλάδας συνδέονται με την αξιοπιστία του πολιτικού της συστήματος και με τον γεωστρατηγικό κίνδυνο της ευρύτερης περιοχής. Η ένταξη στην Ευρωζώνη, παρόλο που συνοδεύεται από πάμπολλα προβλήματα, παρέχει ένα σοβαρό δίχτυ προστασίας απέναντι σε κυκλικές και συγκυριακές αρνητικές μεταβολές. Όμως, και η Ευρωζώνη βρίσκεται σε αρκετά δύσκολη θέση κυρίως για πολιτικούς λόγους που όμως θα έχουν και οικονομικό αντίκτυπο. Έτσι δημιουργείται μία ευκαιρία στην Ελλάδα να επαναπροσδιοριστούν οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές της με βάση μία ειλικρινή και ρεαλιστική ανάλυση της πραγματικότητάς της».
Έρχεται όντως υφεσιακή «καταιγίδα» ή μήπως μπορεί να αποτραπεί;
«Όσο πιο γρήγορα μπορέσουμε να αλλάξουμε τα δεδομένα στη χώρα, τόσο πιο πιθανό είναι να αντιμετωπίσουμε τις όποιες δυσκολίες εμφανιστούν, όποτε», τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Ζαρωτιάδης. «Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα εμφανιστούν, γιατί οι κύκλοι οι οικονομικοί είναι η φυσιολογική εξέλιξη της καπιταλιστικής οικονομίας. Όσο πιο γρήγορα αλλάξουμε τα δεδομένα, τόσο πιο γρήγορα θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε σε αυτό που θα μας βρει», προσθέτει.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στην τελευταία του έκθεση με τις Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές, προειδοποιεί για την έλευση της επόμενης ύφεσης, τονίζοντας ότι δέκα χρόνια μετά από το ξέσπασμα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, «παραμονεύουν» σημαντικές προκλήσεις για την παγκόσμια οικονομία.
Όσο για το πότε θα μπορούσε να κάνει την εμφάνισή της μια νέα παγκόσμια κρίση, η JP Morgan παραθέτει μια εκτίμηση ιδιαιτέρως δυσοίωνη για την Ευρωζώνη και επομένως και για την Ελλάδα. Σε μια έκθεση 168 σελίδων που εξέδωσε η αμερικανική τράπεζα, τον προηγούμενο μήνα, με αφορμή τα δέκα χρόνια από την κατάρρευση της «Lehman Brothers», αναφέρεται στο σενάριο ενός νέου κύκλου ύφεσης το 2020. «Δεν μας προκαλεί έκπληξη το ότι κόσμος της αγοράς ανησυχεί για μία ύφεση στις ΗΠΑ το 2020/2021», αναφέρεται στην έκθεση, η οποία υπογραμμίζει: «Ωστόσο, εάν όντως λάβει χώρα μια ύφεση στις ΗΠΑ μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια, θα έλθει σε μια εξαιρετικά ακατάλληλη χρονική περίοδο για την Ευρωζώνη». Άλλωστε, σύμφωνα με την έκθεση, οι ΗΠΑ και η Ευρωζώνη κινούνται σε παράλληλους δρόμους, ως προς τις επιδόσεις του ΑΕΠ τους.
Η νέα παγκόσμια κρίση, δεδομένου ότι δεν έχει κάνει την εμφάνισή της, παραμένει πάντως ένα σενάριο.
«Ο κόσμος έχει μπει σε μια περίοδο όπου στο οικονομικό πεδίο η αβεβαιότητα έχει αυξηθεί σημαντικά ενώ στο πολιτικό πεδίο συμβαίνουν τεκτονικές μεταβολές», σχολιάζει ο κ. Πετράκης, κάνοντας λόγο για διάσταση ανάμεσα στους πρόδρομους δείκτες και στις πραγματικές μεταβλητές: «Ενώ η διαισθητική αντίληψη των μετρήσεων — είτε της κοινής γνώμης, είτε των ειδικών — δείχνουν ως πρόδρομοι δείκτες, προς την κατεύθυνση της έλευσης μιας σημαντικής αρνητικής μεταβολής, οι πραγματικές μεταβλητές της οικονομικής δραστηριότητας δεν δείχνουν σημάδια κόπωσης ή επερχόμενης ύφεσης».
Και θέτει το ερώτημα: «Είμαστε μπροστά σε μια υφεσιακή καταιγίδα ή μήπως ο κόσμος, οι ειδικοί και οι πολιτικοί, αντιλαμβανόμενοι τα αρνητικά σημάδια θα αντιδράσουν εγκαίρως και θα την αποτρέψουν, ή τέλος πάντων θα μετριάσουν τα αρνητικά αποτελέσματά της;» Αυτό μένει να φανεί στον επόμενο ένα με ενάμιση χρόνο.
(πηγή: https://sputniknews.gr)
Σοσιαλιστική Προοπτική
Σχετικά άρθρα
Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ
Διαβάστε...
Η COCA COLA ΠΡΟΩΘΕΙ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΣΤΟ ΠΑΣΟΚ;
Διαβάστε...
ΠΟΣΟΥΣ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥΣ ΑΝΤΕΧΕΙ ΕΝΑ ΚΟΜΜΑ;
Διαβάστε...